Ish Smith, Jeremy Lin, Steve Nash, Kendall Marshall. Οι τέσσερις προαναφερθέντες έχουν δύο κοινά στοιχεία. Το ένα είναι ότι άπαντες παίζουν στον “άσσο”. Το άλλο είναι πως όσο είχαν τον Mike D’Antoni να τους καθοδηγεί έκαναν όργια, ενώ όταν οι δρόμοι τους χωρίστηκαν δεν συνέχισαν στους ίδιους ρυθμούς1)Όχι ο Nash βασικά, οι άλλοι. Σήμερα βουτάμε στο παρελθόν, ρίχνουμε μια ματιά στο παρόν και προσπαθούμε να βρούμε τί μαγικό υπάρχει στο μυαλό του associate head coach -πια- των Sixers και κάνει τους point guards να μοιάζουν φονικά όπλα.
Πριν προσπαθήσουμε να δούμε τί διάολο συμβαίνει με τους point guards που προπονεί ή συνεργάζεται ο D’Antoni, καλό είναι να ρίξουμε μια ματιά στη δική του καριέρα. Ο 64χρονος σήμερα Mike D υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους παίχτες που πέρασαν ποτέ από τα ευρωπαϊκά παρκέ. Στο NBA και το ABA, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν μπόρεσε να κάνει την καριέρα που προσδοκούσαν αρκετοί. Μόλις τρία χρόνια κράτησε η αγωνιστική πορεία του στις ΗΠΑ, όπου φόρεσε τις φανέλες των Kansas City-Omaha Kings, Spirit of St. Louis (ABA) και San Antonio Spurs. Μέχρι που το καλοκαίρι του 1977 ήρθε η πρόταση από την Olimpia Milano -νυν Armani Milano. Και όπως αποδείχθηκε ήταν και εκείνη που θα τον έφερνε σε πρώτη επαφή με τις ιταλικές του ρίζες.
Ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά 13 χρόνια έμεινε στο Μιλάνο ο D’Antoni, τιμώντας με το παραπάνω τη φανέλα με το νούμερο 8, που σήμερα κρέμεται στον ουρανό του Mediolanum Forum. Κατά τη διάρκεια της εκεί παραμονής του κατάφερε να κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα Ιταλίας, δυο Κύπελλα, δύο Euroleagues, ένα κύπελλο Korac και ένα διηπειρωτικό. Έγινε πρώτος σκόρερ στην ιστορία της ομάδας του, ενώ σε ψηφοφορία που έχει γίνει στη γειτονική χώρα αναδείχθηκε ως ο καλύτερος Ιταλός point guard όλων των εποχών. Η Olimpia διεμήνυε προς πάσα κατεύθυνση τότε πως ήταν η 24η ομάδα του NBA. Με τον ίδιο, τον Bob McAdoo, τον Ricky Brown και τον Dino Meneghin στο ίδιο ρόστερ, μάλλον δεν είχε κι άδικο. Για να ολοκληρωθεί η αμερικάνικη γεύση, προσθέστε και τον Dan Peterson στην άκρη του πάγκου. Έναν πάγκο που με το που αποχώρησε ο D’Antoni από την ενεργό δράση, τον ανέλαβε ο ίδιος, ποτισμένος και μπολιασμένος από την νοοτροπία της ομάδας, του κόσμου και της πόλης γενικότερα.
Από την πρώτη στιγμή ο coach είχε ένα σαφές πλάνο για το πως ήθελε να αγωνιστεί η ομάδα του: να πάει στο γρήγορο παιχνίδι. Και είναι αστείο εν έτει 2016 να μιλάμε για γρήγορο παιχνίδι στα ’80s και στα early ’90s, όπως το βλέπουμε τώρα, αλλά το μπάσκετ που έπαιζε τότε η Olimpia ή η Jugoplastika, θεωρούνταν run’n’gun. O D’Antoni, λοιπόν, ήθελε έναν point guard που να έχει court vision. Αν είχε και ένστικτο σκόρερ ακόμα καλύτερα, αλλά προτιμούσε τότε να πάει με τους ρόλους της εποχής. Στην Benetton για παράδειγμα, στον “άσσο” αγωνιζόταν ο Bonora και στο “δύο” ο Henry “High-Fly” Williams. Και να ήθελε ο Ιταλός να πάρει προσπάθειες, δεν έφταναν οι μπάλες. Παρεμπιπτόντως, στο ψάξιμο για αυτό το άρθρο έπεσα πάνω σε αυτό το βίντεο και έπρεπε να το μοιραστώ:
Carlton Myers εναντίον Williams σε ένα μοναδικό showdown. Nικητής ο πρώτος με 41 πόντους, έναντι 25 του δεύτερου, αλλά πρωταθλήτρια η Benetton. Αυτά είναι για άλλη ώρα όμως. Πίσω στο θέμα μας. Ο D’Antoni δεν ήθελε απλά έναν καλό distributor, αλλά ήθελε να το κάνει και σε γρήγορο τέμπο, όσο αυτό ήταν δυνατό στα ’90s. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως τότε ο χρόνος της επίθεσης ήταν 30 δευτερόλεπτα. Κι αν στην Ευρώπη κυριαρχούσε το set παιχνίδι, ο Iταλοαμερικανός θα έβρισκε τον τόπο να εμφυσήσει τις ιδέες του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
To NBA
Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες -ή για αράδες πιο δόκιμα- για τους λόγους που απέτυχε στην πρώτη του προπονητική απόπειρα στο NBA και το Denver. Μα ήταν η απειρία του, μα γιατί δεν μπορούσε να χαλιναγωγήσει τον Nick Van Exel, μα -ίσως και- το γεγονός ότι η πρώτη του δουλειά συνέπεσε με το lock out του ’98-’99. Για πρακτικούς λόγους, λοιπόν, θα προσπεράσουμε τα πρώτα του χρόνια και θα μεταφερθούμε στις αρχές της σεζόν 2003-04, όταν οι Suns του εμπιστεύθηκαν την θέση του head coach, μετά την απομάκρυνση του Frank Johnson, του οποίου ήταν βοηθός. Ο D’Antoni έγινε κληρονόμος ενός ρόστερ το οποίο δεν είχε ουσιαστικά έναν point guard να βάλει σε τάξη τους Shawn Marion, Joe Johnson και Amar’e Stoudemire.
O μεν Penny Hardaway2)Ακούω τον αναστεναγμό του Μαντζούκα από το διπλανό γραφείο. ήθελε, αλλά δεν ήθελαν οι τραυματισμοί του, ενώ ο δε Stephon Marbury… ήταν ο Stephon Marbury. Σαν να μην έφταναν αυτά, είναι βασικό να υπενθυμίσουμε πως εκείνη την σεζόν οι Suns πλήρωναν τους Hardaway και Marbury από $ 13,5 εκατ. έκαστος3)Στοιχεία και στατιστικά από το basketball-reference.com., ενώ ο Tom Gugliotta εισέπραττε περί τα $ 11,6 εκατ.. Όχι κι ό,τι καλύτερο. Η εικόνα των Suns εκείνης της χρονιάς ήταν αποκαρδιωτική, κάτι που δείχνει και το ρεκόρ 29-53. Το κλίμα πάντως είχε βαρύνει πολύ νωρίτερα, λόγω των τραυματισμών των Hardaway και Gugliotta, οι οποίοι έπαιξαν μαζί συνολικά 64 παιχνίδια. Στο τέλος της σεζόν το front office του Phoenix αποφάσισε πως ο D’Antoni αξίζει μια ευκαιρία να χτίσει μια ομάδα που θα ήθελε ο ίδιος -και κυρίως- που θα ταιριάζει στην αγωνιστική του φιλοσοφία. Το καλοκαίρι του ’04, ενώ εμείς γιορτάζαμε σαν γύφτικα σκεπάρνια τους Ολυμπιακούς Αγώνες, στο Phoenix γιόρταζαν για την επιστροφή του “Μεσσία”. Και δεν ήταν καν Αμερικάνος.
Κεφάλαιο Steve Nash: “Run Steve, run!”
Πριν πιάσουμε τον δύο φορές MVP, να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Ο D’Antoni δεν έφτιαξε τον Nash. Ήταν, έτσι κι αλλιώς, ένας εξαιρετικός παίχτης. Στα χέρια του, όμως, απογείωσε την καριέρα του, αύξησε τα στατιστικά του σε σχέση με εκείνα που είχε στους Mavericks και το αγωνιστικό πλάνο του D’Antoni αποτέλεσε έναν εκ των λόγων που το βραβείο του πολυτιμότερου παίχτη κατέληξε δύο συνεχόμενες φορές στα χέρια του Nash. Στην offseason του ’04, ο Καναδός έμενε ελεύθερος από το Dallas, καθώς ο Cuban ήθελε να χτίσει την ομάδα γύρω από τον νεαρότερο Nowitzki και δεν ήθελε να ρισκάρει ένα μακροπρόθεσμο συμβόλαιο στον Nash, ο οποίος θα έμπαινε στο 30ό έτος της ηλικίας του. Η εξέλιξη αυτή ήρθε ως μάννα εξ ουρανού για τον D’Antoni, ο οποίος θα πρέπει να αναφώνησε το “Thank you God” καλύτερα και από τον Rhys Ifans στην σκηνή με την μπανιέρα στο Notting Hill.
Οι Suns κατέθεσαν πρόταση ύψους $ 63 εκατ. για έξι χρόνια στον Καναδό, ο οποίος όμως δεν ήθελε να φύγει από το Dallas. O ίδιος επέστρεψε στον Cuban για να δει αν θα ματσάρει την προσφορά, κάτι που δεν έγινε ποτέ και έτσι ο Nash επέστρεψε στην ομάδα που τον είχε κάνει draft το μακρινό 1996 στο #15. Ξεκινώντας την σεζόν ’04-’05, ο D’Antoni τόνισε στους παίχτες του πως η σεζόν θα είχε τρέξιμο. Πολύ τρέξιμο. Η φιλοσοφία του “seven seconds or less”4)Υπάρχει και βιβλίο με αυτόν τον τίτλο είχε μόλις γεννηθεί, με διανοητή τον τότε coach των Suns και εκφραστή τον Nash. Η βασική λογική αυτού του στυλ παιχνιδιού ήταν απλή: να πάρεις όσο το δυνατόν περισσότερες προσπάθειες από τον αντίπαλό σου. Φυσικά, για να το κάνεις αυτό πρέπει να έχεις και τα κατάλληλα εργαλεία. Έναν εγκεφαλικό point guard που να μπορεί να σκοράρει και πολλά αθλητικά κορμιά. Το Phoenix τότε τα είχε όλα. Για να καταλάβουμε και να εκτιμήσουμε ακόμα περισσότερο την αξία της παραπάνω φιλοσοφίας, καλό θα είναι ίσως να αναφερθούμε στον Steve Kerr, ο οποίος τότε ήταν ο GM των Suns και έχει πει αρκετές φορές πως το άνωθεν αγωνιστικό στυλ αποτέλεσε και το θεμέλιο της επίθεσης των Warriors.
Μέσα από αυτό το πλάνο, ο Nash απογειώθηκε. Όχι ότι τα νούμερά του στο Dallas ήταν χαμηλά (14,2 πόντοι, 7,2 assists), απλά στους Suns κινήθηκαν σε σταθερό double double για τέσσερα συνεχόμενα χρόνια, κάτι που -κατά πολλούς- τον έκανε έναν από τους καλύτερους floor generals της ιστορίας. Δια του λόγου το αληθές:
Τα υψηλά νούμερα σε πόντους, assists, βολές και ποσοστά εν γένει συνεχίστηκαν και μετά την αποχώρηση του D’Antoni αλλά είπαμε: μιλάμε για τον Nash. Επιπλέον ας μην ξεχνάμε πως από την στιγμή που ο Καναδός έθεσε νέα επίπεδα στο γρήγορο παιχνίδι ανάγκασε τους διαδόχους του D’Antoni να τον χρησιμοποιούν με τον ίδιο τρόπο. Ωστόσο, είναι κοινή παραδοχή, όπως προαναφέρθηκε, πως ο Nash ήταν έτσι κι αλλιώς μεγάλος παίχτης. Απλά του έδωσε μια ώθηση ο D’Antoni. Ίσως τα παρακάτω παραδείγματα της λίστας να είναι πιο αντιπροσωπευτικά. Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως, πως η συνεργασία με τον Nash αποδείχθηκε ευεργετική και για τον ίδιο τον προπονητή, αφού το ’04-’05 αναδείχθηκε ως ο προπονητής της χρονιάς, οδηγώντας το Phoenix σε ρεκόρ 62-20 και μέχρι τους τελικούς της Δύσης, όπου ηττήθηκε από το San Antonio με 4-1. Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του seven second or less είναι το παρακάτω video από την σειρά play offs του 2006, όταν οι Suns αντιμετώπισαν στον πρώτο γύρο τους Lakers.
Κεφάλαιο Jeremy Lin: “Trust issues”
Αν νομίζεις πως ο Lin ήταν γεννημένος για να γίνει ωδή σε στόματα φιλάθλων, γελιέσαι. Αν δεν είχε βρεθεί στον δρόμο του ο D’Antoni, τότε μάλλον θα ήταν ακόμα ένας τύπος που κουνάει πετσέτες σε πάγκο ομάδας5)Robert Sacre παίζει να έχεις την καλύτερη δουλειά στον κόσμο. Ο coach διένυε την τέταρτη σεζόν του στη Νέα Υόρκη, με την υπομονή των φιλάθλων να έχει εξαντληθεί από τις απανωτές κακές σεζόν. Η είσοδος στα playoffs τους 2011 χρύσωσε κάπως το χάπι, αλλά ουσιαστικά το ποτήρι είχε ξεχειλίσει. Βλέπετε δεν ήταν μόνο το απαιτητικό κοινό των Knicks, αλλά και το γεγονός πως μετά τις άκρως επιτυχημένες χρονιές στο Phoenix, οι περισσότεροι περίμεναν πως ο D’Antoni θα μπορούσε να επαναφέρει το franchise του “μεγάλου μήλου” σε υψηλές πτήσεις. Για να είμαστε δίκαιοι, πάντως, τα κατά καιρούς εγκλήματα των Knicks δεν περιορίζονται μόνο στον D’Antoni.
Η σεζόν ’11-’12, όταν και γνωρίσαμε τον Lin, σημαδεύτηκε από το lockout και ήταν και η τελευταία του D’Antoni στον πάγκο του Garden. Πριν απομακρυνθεί όμως με ρεκόρ 18-24, μας γνώρισε την Linsanity, σαν μια τελευταία αναλαμπή ενός ετοιμοθάνατου coach. Ο Lin6)Undrafted. μεταμορφώθηκε σε έναν καταπληκτικό point guard στα χέρια του προπονητή του, με τον D’Antoni να του εμπιστεύεται θέση βασικού από τις 6/2/12 κόντρα στην Utah, μετά από το προηγούμενο -καταπληκτικό- παιχνίδι που έκανε με τους Nets (25pts, 7ast, 5rebs) ερχόμενος από τον πάγκο. Από εκεί και πέρα ο Lin πραγματοποίησε μια σειρά εκπληκτικών εμφανίσεων, με τον προπονητή του να εκμεταλλεύεται στο έπακρο τόσο την εκτελεστική του ικανότητα, όσο και το court vision του. Δεν ήταν λίγοι, άλλωστε, εκείνο το διάστημα που πίστευαν πως το “seven seconds or less” θα έχει πια έδρα τη Νέα Υόρκη και τον Lin να μετουσιώνεται σε “Nash των φτωχών”.
Αξίζει να αναφέρουμε πως επί D’Antoni και από την στιγμή που του εμπιστεύθηκαν πολλά λεπτά συμμετοχής, δεν κατάφερε να σημειώσει διψήφιο αριθμό πόντων μόλις τρεις φορές, ενώ επιδόθηκε σε εφτά double-double. Οι επιδόσεις αυτές τον έφεραν στο Houston την επόμενη σεζόν, με τον τότε προπονητή Kevin McHale να θέλει να κάνει το ίδιο. Ως ένα βαθμό πάτησε πάνω στο αγωνιστικό πλάνο του D’Antoni, δίνοντας στον Lin τα κλειδιά της οργάνωσης, με τον τελευταίο να ανταποκρίνεται σε εξαιρετικό βαθμό: 13,4 πόντοι και 6,1 assists7)1,2 πόντοι και 0,1 assists λιγότερες σε σχέση με τη Νέα Υόρκη. Μετά ήρθε ο James Harden και το “seven seconds or less” πήγε περίπατο. Η δεύτερή του χρονιά στους Rockets ναι μεν ήταν καλή, αλλά έχασε 2 assists κατά μ.ο. από την παραγωγικότητά του. Και πριν προλάβετε να αναφωνήσετε “εντάξει δεν είναι κάτι δύο assists”: 1) Μιλάμε από τέσσερις ως έξι πόντους και 2) σε ομάδα που βρίσκεται ο Harden δύο assists είναι μεγάλο ζήτημα.
Σε Lakers και -πλέον- Hornets δεν είναι ότι δεν κάνει αξιοπρεπή νούμερα, ίσα-ίσα. Ωστόσο, από την σεζόν ’13-’14 και έκτοτε, ο Lin έχει πολλά σκαμπανεβάσματα, κάτι που ίσως να έχει δύο πτυχές: α) δεν βρήκε πουθενά την εμπιστοσύνη που είχε από τον D’Antoni ή β) δεν ήταν ποτέ κάτι εξαιρετικό και οι εμφανίσεις του με τους Knicks ήταν φωτοβολίδα.
Κεφάλαιο Kendall Marshall: “Τυχερός / Άτυχος”
Αφού μοιραστώ μαζί σας πως αν πληκτρολογήσεις το “Kendall” στο google τα πρώτα πέντε αυτόματα αποτελέσματα είναι “Jenner”8)D’Angelo Russell, το νου σου, θα συνεχίσω. Ναι κι όμως. Ο Kendall o Marshall. Αυτός που μετά τον σοβαρό τραυματισμό του βρίσκεται στα αζήτητα, ήταν στα χέρια του D’Antoni την σεζόν ’13-’14, με τον δεύτερο να βγάζει ακόμα έναν λαγό από το καπέλο του. Στην περίπτωση του Marshall, βέβαια, λειτούργησε ευεργετικά για τον ίδιο ο τραυματισμός του Nash (που ο D’Antoni τον πήρε μαζί του στους Lakers με σκοπό να αναβιώσει το run’n’gun του Phoenix), καθώς άφηνε ορθάνοιχτη την θέση του βασικού point guard των Lakers. Ο έτερος συναγωνιστής του για την θέση αυτή ήταν ο Steve Blake, από τον οποίο προτιμήθηκε περισσότερες φορές για να ξεκινήσει το ματς.
Από την στιγμή που ο Marshall πάτησε παρκέ, άπαντες νιώσαμε πως ανακαλύψαμε ακόμα μια μπασκετική Ατλαντίδα. Στα χέρια του D’Antoni, o Marshall έκανε όργια και αποτέλεσε μια μικρή παρηγοριά για την -ακόμα μία- άθλια χρονιά της ομάδας. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, ο 22χρονος, τότε, παίχτης τελείωσε την σεζόν με 8 πόντους μ.ο. και 8,8 assists. Αγωνίστηκε για 54 ματς, τα 45 ως βασικός, στα οποία έκανε 15 double-doubles, με το πιο εντυπωσιακό εξ αυτών να είναι αυτό κόντρα στους Jazz, στις 4 Ιανουαρίου του ’14, όταν σημείωσε 20 πόντους και μοίρασε 17 assists -μαζί με πολλές δραμαμίνες.
O Marshall έκανε αυτό ακριβώς που ήθελε ο D’Antoni από τους point guards του: να πασάρει γρήγορα στον παίχτη που έχει φύγει μπροστά, ακόμα και αν δεν βγαίνει αιφνιδιασμός, καθώς σκοπός είναι να κινείται συνεχώς η αντίπαλη άμυνα και να την κρατάς απασχολημένη. Αν μπορεί να βγει και ελεύθερο σουτ, όπως του Williams στο παραπάνω βίντεο, ακόμα καλύτερα. Ωστόσο, και δυστυχώς για τον Marshall, η ατυχία τον χτύπησε διπλά, μιας και όχι μόνο τραυματίστηκε προς το τέλος της σεζόν, αλλά οι Lakers προχώρησαν στην απόλυση του D’Antoni. Από τότε ο παίχτης ταλαιπωρείται συνεχώς με τραυματισμούς, κάτι που ευελπιστούσε ο ίδιος να αλλάξει φέτος στους Sixers, δίχως μέχρι στιγμής αποτέλεσμα. Εκεί που συναντιέται και πάλι με τον άνθρωπο που τον ανέδειξε στο LA: τον D’Antoni. Αξίζει να αναφέρουμε πάντως πως οι εξωαγωνιστικές γκρίνιες δεν λείπουν από την Philadelphia, με τον πατέρα του Marshall να ισχυρίζεται πως ο γιος του δεν παίζει λόγω ρατσισμού. Μερικές βδομάδες αργότερα ζήτησε συγγνώμη μεν, αλλά προκάλεσε αρκετές αρνητικές αντιδράσεις στο εσωτερικό των Sixers. O Μarshall, όμως, είναι άτυχος και για ακόμα έναν λόγο στην Philadelphia και αυτός είναι ο επόμενος παίχτης.
Κεφάλαιο Ish Smith: “The “Ballhog distributor”
Είναι σαφές πως οι Sixers αποτελούν την χειρότερη ομάδα του NBA και μάλλον μία από τις χειρότερες που έχουν υπάρξει ποτέ. Είναι κοινώς αποδεκτό όμως, πως με την άφιξη του D’Antoni ως associate head coach, η Philadelphia άρχισε να στρίβει κάπως. Υπάρχει μια συνεχής κίνηση στην επίθεση, με συνεχόμενα pick’n’rolls, τα οποία είναι δουλειά του 64χρονου. Οι Sixers έχουν στην διάθεσή τους τέσσερις point guards9)Οι άλλοι τρεις είναι οι Marshall, McConnell και Canaan που ταιριάζουν απόλυτα στο στυλ που θα ήθελε να παίξει ο D’Antoni. Γρήγοροι, μπορούν να σκοράρουν, και έχουν καλό court vision, με τον Canaan ενδεχομένως να είναι ο πιο αδύναμος από τους άλλους σε αυτό το στοιχείο. Ο head coach Brett Brown δίνει, προς το παρόν, τις ευκαιρίες στον Smith και εκείνος ανταποκρίνεται, τόσο στο να μοιράζει την μπάλα, όσο και στο να σκοράρει.
Μοναδική παραφωνία είναι τα αρκετά σουτ που παίρνει, με αποτέλεσμα το χαμηλό ποσοστό του, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να αλλάξει στο εγγύς μέλλον. Όπως επίσης δεν αποκλείεται να αλλάξει και ο τρόπος που αγωνίζονται οι Sixers στις θέσεις 1-2, με τον Smith να περνάει περισσότερο χρόνο στο 2, και έναν εκ των άλλων να βρίσκεται στον άσσο. Γενικώς αξίζει να ρίξετε μια ματιά στο άρθρο του Rob Patterson, στο οποίο εξηγεί τί μπορούν να περιμένουν οι οπαδοί των Sixers με την προσθήκη του D’Antoni στο προπονητικό επιτελείο.
Όσον αφορά τον Smith; Έχει αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά και αποδεικνύει καθημερινά πως οι Pelicans έκαναν μέγα λάθος που τον έστειλαν αρχικά στους waivers10)Τελικά έγινε trade στους Sixers αντί δύο picks δεύτερου γύρου, για το 2016 και 2017. Το pick του ’16 ανήκε στο Denver, κάνοντας όλους μας να αναφωνήσουμε αυτό:
Σε 17 παιχνίδια που έχει αγωνιστεί μέχρι στιγμής, σημειώνει 15,9 πόντους και μοιράζει 8,1 assists. Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εδώ θα σκεφτούμε πως και σε αυτό έχει βάλει το χεράκι του ο D’Antoni. Δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός πως από την στιγμή που μετακόμισε στους Sixers, ο Smith “γράφει” τα υψηλότερα νούμερα της καριέρας του σε αυτές τις δύο κατηγορίες, κάτι που σαφώς οφείλεται και στο γεγονός της μεγαλύτερης συμμετοχής του.
Ενδεχομένως, βέβαια, το γεγονός ότι δεν έχει καταφέρει να στεριώσει σε μια ομάδα να σημαίνει από μόνο του κάτι, αλλά αυτό δεν είναι επί της παρούσης.
Αντί επιλόγου
Είμαι βέβαιος πως οι περισσότεροι δεν θεωρούν τον D’Antoni καλό προπονητή. Ωστόσο, σε μια εποχή εξειδίκευσης των πάντων -και ο αθλητισμός και το μπάσκετ δεν ξεφεύγουν από αυτό- ίσως θα έπρεπε να τεθεί ο ίδιος σε μια πιο εξειδικευμένη κατηγορία/θέση. Ίσως αυτή που βρίσκεται τώρα, τη θέση του associate head coach. Ίσως εκείνη του offensive coach. Σε κάθε περίπτωση, όπως ο κάθε προπονητής, έτσι και ο D’Antoni έχει συγκεκριμένες ιδέες για το παιχνίδι και για το πλάνο που θέλει να δει να εκτελείται από τους παίχτες του. Αυτό που είδαμε από το Phoenix των mid ’00s ήταν γοητευτικά αρρωστημένο και αποτέλεσε επανάσταση για το παιχνίδι, είτε αρέσει σε κάποιους, είτε όχι. Έδωσε το ελεύθερο στον point guard να τρέξει και να εκτελεί, κάτι που σήμερα γίνεται σωρηδόν, έφερε επανάσταση στο “4” με αθλητικούς παίχτες (Marion-small ball) και πίστεψε σε ψηλούς που μπορούν να πασάρουν καλά (Diaw -ρωτήστε τον Popovich σχετικά). Aν δεν θεωρείται ο D’Antoni καλός προπονητής, ας συμφωνήσουμε πως είναι καινοτόμος.
Gus Chr
Latest posts by Gus Chr (see all)
- Utah Jazz: The World Took Note - July 2, 2019
- Farewell to Arms 2019: #4 Portland Trail Blazers - June 16, 2019
- Farewell to Arms 2019: #6 Denver Nuggets - June 15, 2019
- Farewell to Arms 2019: #9 Utah Jazz - June 12, 2019
- Farewell to Arms 2019: #13 Los Angeles Clippers - June 9, 2019
↑1 | Όχι ο Nash βασικά, οι άλλοι |
---|---|
↑2 | Ακούω τον αναστεναγμό του Μαντζούκα από το διπλανό γραφείο. |
↑3 | Στοιχεία και στατιστικά από το basketball-reference.com. |
↑4 | Υπάρχει και βιβλίο με αυτόν τον τίτλο |
↑5 | Robert Sacre παίζει να έχεις την καλύτερη δουλειά στον κόσμο |
↑6 | Undrafted. |
↑7 | 1,2 πόντοι και 0,1 assists λιγότερες σε σχέση με τη Νέα Υόρκη |
↑8 | D’Angelo Russell, το νου σου |
↑9 | Οι άλλοι τρεις είναι οι Marshall, McConnell και Canaan |
↑10 | Τελικά έγινε trade στους Sixers αντί δύο picks δεύτερου γύρου, για το 2016 και 2017. Το pick του ’16 ανήκε στο Denver |