Οι πεταλούδες είναι περίεργα πλάσματα. Παρόλο που όλοι/ες έχουμε στο μυαλό μας μια συγκεκριμένη εικόνα για αυτές, στην πραγματικότητα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Κατά τη διάρκεια της ζωής τους περνούν από διάφορα στάδια και αλλάζουν συνεχώς μορφές μέχρι να φτάσουν σε αυτό της ολοκλήρωσης. Σε κάθε σταθμό του ταξιδιού τους μοιάζουν και συμπεριφέρονται διαφορετικά. Αυτή η διαδικασία εξέλιξης ονομάζεται “Μεταμόρφωση”.
Αποτελεί συχνό φαινόμενο επαγγελματίες αθλητές να αντιμετωπίζουν διαφορετικές συνθήκες με εναλλασσόμενες προκλήσεις κατά τη διάρκεια της καριέρας τους και να παρουσιάζουν διαφορετικά προσωπεία. Το έχουμε δει αρκετές φορές στο παρελθόν και είναι αναμενόμενο ως ένα βαθμό. Η περίπτωση του Vince Carter, ωστόσο, είναι ξεχωριστή, ξεφεύγοντας ακόμη και από τις αναμενόμενες εναλλαγές. Ο περισσότερος κόσμος τον θυμάται απλά ως έναν κορυφαίο dunker ή οι νεότεροι ως έναν σεβάσμιο βετεράνο. H καριέρα του πέρασε από πολλά και ακραία διαφορετικά μεταξύ τους στάδια, από σχεδόν κάθε σωματικό και πνευματικό επίπεδο. Πολλές από αυτές τις καταστάσεις και τις συμπεριφορές του ήταν τόσο αντιφατικές μεταξύ τους, που δύσκολα μπορεί να δεχθεί κάποιος/α ότι ο πρωταγωνιστής ήταν ο ίδιος άνθρωπος. Εν τέλει, χρειάστηκε να περάσουν πολλά πολλά χρόνια για να φτάσει στη δική του ολοκληρωμένη μορφή. Κατά μία έννοια, λοιπόν, η αγωνιστική ζωή του Carter είναι ό,τι πιο κοντινό σε “Μεταμόρφωση”, με πλαίσιο πάντα τον μικρόκοσμο του ΝΒΑ.
Στάδιο 1: Αβγά
Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα έντομα, έτσι και οι πεταλούδες γεννούν αρκετά αβγά. Κάποια θα εκκολαφθούν. Λιγότερα θα μεγαλώσουν. Τελικά λίγα θα γίνουν ολοκληρωμένες πεταλούδες.
Οι παίκτες του ΝΒΑ δεν ξεκινούν να υπάρχουν μπασκετικά στα 18-19-20-21 χρόνια τους, όταν και μπαίνουν στη λίγκα. Ξεκινούν να παίζουν μαζί με εκατομμύρια παιδιά. Στη συνέχεια διακρίνονται ανάμεσα σε αυτά της γειτονιάς, της πόλης, της πολιτείας, της χώρας. Υπάρχει μια διαρκής εκκαθάριση σε κάθε στάδιο και μόνο όσα παιδιά ξεχωρίζουν πραγματικά φτάνουν στο ανώτατο επίπεδο.
O Carter ξεχώρισε από πολύ νωρίς. Ήδη από το Γυμνάσιο τα κλειστά της Florida γέμιζαν από κόσμο και προπονητές κολεγίων που ήθελαν να δουν τον πιτσιρικά από το Daytona Beach. Τον Mr Florida με τα σπάνια αθλητικά προσόντα. Το 1994, στα 17 του, ήταν συμπαίκτης με τον Kobe Bryant στο πλαίσιο της AAU (Amateur Athletic Union).
Κάποια χρόνια αργότερα ο Kobe θα έλεγε:
“Πίστευα ότι του πέταξα την πάσα υπερβολικά ψηλά. Αυτός απλά απογειώθηκε και την έπιασε, γέρνοντας πίσω για να μην χτυπήσει στη στεφάνη. Αναρωτήθηκα τι τους ταΐζουν στη Florida. Δεν βλέπω τέτοια πράγματα στη Philadelphia”.
Έναν χρόνο μετά ήταν μέλος της φουρνιάς του 1995 στα McDonald’s All American.
Στο κολέγιο τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα καθώς ήταν αρκετά “άγουρος” για ένα επίπεδο ανταγωνισμού σαν αυτό του North Carolina. Βρήκε όμως εξαρχής ρόλο και βελτιωνόταν συνεχώς. Τις δύο τελευταίες χρονιές του αγωνίστηκε στο Final 4 του NCAA ως ένας εκ των βασικών συμπαραστατών του Antawn Jamison, του ηγέτη των Tar Heels εκείνων των χρόνων. Παράλληλα, εκτός από την ουσία, φρόντιζε πάντα να ξεσηκώνει τον κόσμο στις εμφανίσεις του. Η φοίτηση σε ένα κολέγιο τέτοιου βεληνεκούς του έδωσε την ευκαιρία να αισθανθεί για πρώτη φορά την έννοια της πίεσης και να προετοιμαστεί για τη συνέχεια. Αυτά τα χρόνια η winning mentality του αμφισβητήθηκε – ειδικά μετά τις ήττες στους ημιτελικούς των Final 4 -, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρχε η αίσθηση πως δεν έπαιζε σύμφωνα με το ταλέντο του. Παρ’ όλα αυτά, τα προσόντα και το potential που εμφάνιζε δεν ήταν δυνατό να αφήσουν ασυγκίνητους τους scouters και να αποτρέψουν την επιλογή του στις κορυφαίες θέσεις του draft του 1998 (Νο5). Το ΝΒΑ δεν θα μπορούσε παρά να είναι η νομοτελειακή συνέπεια ενός παίκτη που αγωνιζόταν με αυτό τον τρόπο.
Στάδιο 2: Προνύμφες
Όταν οι προνύμφες εκκολάπτονται, ξεκινούν απευθείας να τρώνε και το κάνουν αδιάλειπτα. Ο ένας και μοναδικός σκοπός αυτού του σταδίου εξέλιξης είναι να αυξήσουν το μέγεθός τους. Κάποιες από αυτές γίνονται ακόμη κι 100 φορές μεγαλύτερες. Μέρος της τροφής αποθηκεύεται και χρησιμοποιείται μελλοντικά.
2.1 Πόσο ψηλά θα πετάς όταν μεγαλώσεις;
Η σεζόν 1998-99 που ξεκινούσε στο ΝΒΑ δεν έμοιαζε με τις προηγούμενες. Αρχικά, υπήρχε το Lockout μέχρι να υπογραφεί η νέα Συλλογική Σύμβαση, με αποτέλεσμα η αγωνιστική χρονιά να ξεκινήσει στις 5 Φεβρουαρίου και να περιλαμβάνει μόλις 50 αγώνες. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι η Λίγκα βρισκόταν σε μία μεταβατική περίοδο. Οχτώ μήνες πριν οι Chicago Bulls είχαν ολοκληρώσει το δεύτερο 3-peat με τον “Τελευταίο Χορό” τους και ο Michael Jordan είχε αποχωρήσει για δεύτερη φορά από την ενεργό δράση. Η θέση του Προσώπου της Λίγκας είχε αδειάσει και όλοι έψαχναν να γεμίσουν το κενό. Την ίδια ώρα οι Raptors ήταν ένα άσημο franchise με μόλις 4 επίσημα χρόνια ζωής. Μια κακή ομάδα, με φιλάθλους που προέρχονταν από άλλα αθλήματα και που δεν ενδιέφερε απολύτως κανέναν, πλην όσων σχετίζονταν άμεσα μαζί της.
Σε έναν τέτοιο κόσμο αλλαγής, στον οποίο άπαντες προσπαθούσαν να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους, ήρθε στις ζωές μας ο Vince Carter. Μέσα σε 3 χρόνια “μεγάλωσε” περισσότερο από όσο θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να φανταστεί, ερχόμενος με τόση φόρα που ταρακούνησε όχι μόνο το Toronto και τον Καναδά, αλλά ολόκληρο το ΝΒΑ.
Καλός σκόρερ στο mid-range, όμορφο foot work σε μία σειρά από κινήσεις, διάθεση, ενέργεια και φυσικά καρφώματα. Πολλά, σεληνιασμένα και άρρωστα καρφώματα που δεν περιμένεις από έναν rookie. Φάσεις όπως το τρομερό dominant poster στον Dikembe Mutombo (στο 1:08) ή το Α-Δ-Ι-Α-Ν-Ο-Η-Τ-Ο ανάποδο κάρφωμα με αντίπαλο τον Chris Mullin στο Conseco Fieldhouse της Indianapolis (στο 3:59) είναι δύσκολο να τις προσπεράσεις. Αρχίζει ο ενθουσιασμός. Οι Raptors αποφασίζουν να “μετακομίσουν” από το αχανές και απλά διαμορφωμένο για μπάσκετ Skydome στο αμιγώς μπασκετικό Air Canada Centre στον 4ο εντός έδρας αγώνα της χρονιάς. Αντίπαλός τους οι Vancouver Grizzlies. Σε ένα παιχνίδι της μοίρας, ο Carter πετυχαίνει το πρώτο καλάθι των Raptors στο γήπεδο που αγωνίζονται μέχρι και σήμερα.
Τελειώνει τη χρονιά με 18.3 πόντους, 5.7 ριμπάουντ, 3 ασίστ, 1.1 κλεψίματα και 1.5 τάπες. Δέκατος όγδοος σκόρερ συνολικά και πρώτος στις τάπες ανάμεσα σε όλα τα Small Forward του πρωταθλήματος, παρά το γεγονός πως θεωρείται μέτριος αμυντικός. Φυσικά παίρνει σπίτι του το Rookie of the Year (113 πρώτες ψήφοι στις 118), αφήνοντας πίσω του μύθους όπως οι Dirk Nowitzki και Paul Pierce, τον σταρ της ομάδας του στο κολέγιο, Antawn Jamison και παίκτες που θα έκαναν στη συνέχεια αρκετά αξιοπρόσεκτες καριέρες (Jason Williams, Mike Bibby).
Η δεύτερη σεζόν ξεκινά με ακόμη περισσότερη φόρα και βελτίωση σε όλους τους τομείς. Παράλληλα, οι Raptors αρχίζουν να κερδίζουν και να έχουν σταθερά θετικό ρεκόρ. Νοέμβριος 1999, Staples Center, Los Angeles. Δέκατος αγώνας της σεζόν κόντρα στους Lakers. Ο Carter κάνει πάρτι και με 34 πόντους, 13 ριμπάουντ, 4 ασίστ, 0 λάθη και +31 στον δείκτη +/- (ο αμέσως επόμενος με θετικό δείκτη είχε +8) και το Toronto κερδίζει εκτός έδρας την ομάδα που τερμάτισε πρώτη εκείνη τη χρονιά με ρεκόρ 67-15 και εν τέλει πήρε το πρωτάθλημα. O Shaquille O’ Neal, ο μακράν πιο dominant παίκτης της εποχής, τον αποκαλεί μετά τον αγώνα “Half Man, Half Amazing”.
Μέσα Φεβρουαρίου και διακοπή για το All Star Game. Ο Vince Carter γίνεται All Star μόλις στη δεύτερη χρονιά του και μάλιστα “οδηγώντας” το ΝΒΑ σε ψήφους με σχεδόν δύο εκατομμύρια. Κάτι που είναι αδιανόητο, αν αναλογιστούμε ότι οι Raptors ήταν μία από τις 2-3 πιο αντιεμπορικές ομάδες του πρωταθλήματος και που δεν είχε προβληθεί ποτέ από το Εθνικό Δίκτυο Τηλεόρασης. Μία ημέρα πριν τον αγώνα της 13ης Φεβρουαρίου όμως, υπήρχε ακόμη ένα γεγονός με τη συμμετοχή του: ο Διαγωνισμός Καρφωμάτων. Ένας διαγωνισμός που δεν είχε πραγματοποιηθεί τις δύο προηγούμενες χρονιές. Οι περισσότεροι/ες ήταν ενθουσιασμένοι/ες από τα δείγματα γραφής που είχαν δει και ανυπομονούσαν για το διαγωνισμό, η αλήθεια όμως είναι πως μάλλον κανείς δεν γνώριζε ότι επρόκειτο να παρακολουθήσει την σπουδαιότερη και πιθανότατα θεαματικότερη επίσημη παράσταση καρφωμάτων που έχει δοθεί ποτέ από παίκτη του ΝΒΑ.
Εξαιτίας ενός μπερδέματος στη συνεννόηση, οι McGrady και Carter αναγκάστηκαν να αλλάξουν αυτοκίνητο για να μεταβούν στο γήπεδο, να κολλήσουν στην κίνηση και οριακά να φτάσουν στην ώρα τους. Παράλληλα, ο Carter είχε λίγα ράμματα στο αριστερό του χέρι. Από τη στιγμή όμως που πάτησαν το παρκέ με τις αθλητικές τους ενδυμασίες τα προβλήματα αποτέλεσαν παρελθόν. “Ανεμόμυλοι” με περιστροφή 360 μοιρών, πέρασμα της μπάλας ανάμεσα απ’ τα πόδια εν κινήσει, “Elbow dunk”. Όσα διαδραματίστηκαν στην αρένα του Oakland δεν ήταν απλά έναν αιώνα μπροστά από την εποχή τους, αλλά και κάτι πολύ μεγαλύτερο από καρφώματα, θέαμα, μπάσκετ. Οι θεατές και οι τηλεθεατές έγιναν κοινωνοί της δημιουργίας νέων, αυθεντικών στιγμών μιας ποπ κουλτούρας που θα σημάδευε τις παροντικές και τις επόμενες γενιές. Οι αντιδράσεις του κόσμου ήταν πρωτόγνωρες, ακόμη και στα ριπλέι.
Εκείνη την ώρα όλοι ήταν οπαδοί του Carter. Όλοι γούσταραν τον τύπο που φοράει τη φανέλα των Raptors με το Νο 15. Ήταν η μέρα που δημιουργήθηκε το Vinsanity: η λέξη χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να αποτυπώσει την “τρέλα του Vince” όταν κάρφωνε. Σύντομα όμως απέκτησε ευρύτερη έννοια, ενσωματώνοντας την τρέλα του κόσμου και την μετατροπή του ιδίου σε (ποπ) είδωλο. Με λίγα λόγια το Vinsanity ήταν ένα viral της προ social media εποχής. Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός τον ανέβασε σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο και τον έκανε τόσο αναγνωρίσιμο, που ήταν αδύνατο πλέον να κυκλοφορήσει οπουδήποτε χωρίς να τραβήξει τα βλέμματα.
Ο τεράστιος ενθουσιασμός για τον Carter παραμέρισε ακόμη και την τρομακτική αδιαφορία που υπήρχε για το Toronto. Μόλις δύο εβδομάδες αργότερα, οι φίλοι των Raptors πετούν στον έβδομο ουρανό, καθώς το παιχνίδι τους με τους Suns αποφασίστηκε να μεταδοθεί από το Εθνικό Δίκτυο Τηλεόρασης για πρώτη φορά! Η ευκαιρία για την οποία παρακαλούσαν τόσο καιρό είχε έρθει. Ο Vinsanity δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη και κάνοντας career high με 51 πόντους έδειξε σε ζωντανή μετάδοση ότι αυτοί οι τύποι από την πάνω μεριά των συνόρων αξίζουν το χρόνο και κυρίως το σεβασμό όλων. Κι αυτό ήταν πολύ μεγαλύτερη νίκη από την αντίστοιχη κόντρα στους Suns των Penny Hardaway, Jason Kidd και Cliff Robinson. Μετά τον Carter, πλέον και η ομάδα απέδειξε πως η θέση τους είναι μεταξύ των κορυφαίων. Στη συνέντευξη τύπου και στην ερώτηση αν είχε άγχος, ήταν σαφής (στο 9:21 του video):
Η χρονιά συνεχίζεται και το Toronto τελειώνει τη regular season 6ο στην Ανατολή, με θετικό ρεκόρ για πρώτη φορά στην ιστορία του (45-37) κι ετοιμάζεται για την παρθενική συμμετοχή στην postseason. Ο Carter τελειώνει τη σεζόν ως ο δεύτερος σκόρερ πίσω από τον Shaq και παίρνει λίγες ψήφους ακόμη και για το MVP. Το hype του έχει πιάσει ταβάνι. Αναδεικνύεται ως “Next Issue” από το ESPN Magazine και μπαίνει στη νέα χιλιετία με υψηλότερο status από παίκτες όπως ο Kobe Bryant. Μπορεί σήμερα να ακούγεται τρελό, αλλά εκείνη την εποχή υπήρχαν έντονες συγκρίσεις ακόμη και με τον Michael Jordan, με πολύ κόσμο να θεωρεί πως βρέθηκε επιτέλους ο διάδοχός του. Φυσικά οι συγκρίσεις αφορούσαν κυρίως σε εξωτερικά ή άλλου είδους χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα είχαν το ίδιο ύψος, ξυρισμένο κεφάλι, φοίτησαν στο ίδιο κολέγιο, πήγαν στην 3η τους χρονιά στο ΝΒΑ, ήταν αέρινοι και κάρφωναν σαν τρελοί. Πολύ σύντομα όμως θα διαφαινόταν πως οι ομοιότητες ήταν σημαντικά λιγότερες και κυρίως λιγότερο ουσιαστικές από τις διαφορές.
(πηγή εικόνας espn.com)
Τα Play Offs όμως είναι μια διαφορετική ιστορία από την κανονική περίοδο και οι εμπειρότεροι Knicks θα τελειώσουν με συνοπτικές διαδικασίες τη σειρά (3-0). Την ίδια στιγμή ο σταρ των Raptors γράφει μεν 19/6/6, αλλά σπάει τα καλάθια. Όντας κακός συνολικά στη σειρά, προβληματίζει για πρώτη φορά με την απόδοσή του. Παρ’ όλα αυτά, η σεζόν στο σύνολό της ήταν σχεδόν ονειρική.
Μετά το τέλος της, στο εξωαγωνιστικό κομμάτι έχουμε δράματα. Ο ξάδερφος και best mate του Carter, Tracy McGrady, αποφασίζει να εγκαταλείψει το Toronto. Η σχέση τους ήταν μοναδική. Ήταν φανερό όμως ότι ο McGrady δεν μπορούσε να συμβιβαστεί σε δεύτερο ρόλο αγωνιστικά, όσο ωραία κι αν περνούσε. Ήταν επίσης φανερό ότι ήταν δύσκολο να βρεθεί ο απαραίτητος χώρος για δύο παίκτες τέτοιου βεληνεκούς. Αποφασίζει να πάει στη γενέτειρά του, Florida, και να αγωνιστεί με τους Magic. Αυτή ήταν η πρώτη πολύ μεγάλη απογοήτευση που γνώρισε ο Carter στην καριέρα του. Ο τύπος που ήταν “κολλητοί” και τον βοήθησε να προσαρμοστεί στην δύσκολη μετάβαση από το κολέγιο στο ΝΒΑ επέλεξε την καριέρα του και όχι τη φιλία τους. Ένιωσε προδομένος. Εκείνη την εποχή δεν είχε μάθει να χειρίζεται καλά τα συναισθήματά του μπροστά στις κάμερες.
“Πόνεσε λίγο. Αλλά έτσι πάνε αυτά. Το σκέφτηκα και τελείωσε πια. Σίγουρα, δεν χωνεύεται εύκολα. Όταν νομίζεις ότι νιώθουν κάπως και φεύγουν, αντιμετωπίζεις την αλήθεια μάλλον”.
Το καλοκαίρι του 2000 όμως περιελάμβανε και τη συμμετοχή στην εθνική ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ. Αυτό που έκανε εντύπωση σε όσους ακολούθησαν την αποστολή ήταν η μεταστροφή στη συμπεριφορά του. Δηλαδή αντί για τον προσιτό, χαμογελαστό και άκακο ποζερά που όλοι γνώρισαν στα παρκέ του ΝΒΑ, είδαν απέναντί τους έναν πολύ πιο επιθετικό άνθρωπο, με αφ’ υψηλού αντιμετώπιση και υποτίμηση των αντιπάλων. Παρόλο που στην ομάδα υπήρχαν παίκτες που μία τέτοια συμπεριφορά ήταν η κανονικότητά τους (Payton, Mourning, Garnett κ.α.), η αλλαγή αυτή δεν έβγαζε ιδιαίτερο νόημα εκείνη την στιγμή. Αγωνιστικά δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση, καθώς αυτό που έχει μείνει στην ιστορία είναι αυτό:
Σίγουρα το βίντεο μπορεί να βρεθεί και σε καλύτερη ποιότητα. Το συγκεκριμένο όμως είναι από την ζωντανή μετάδοση του γαλλικού eurosport, με τις αντιδράσεις τον Γάλλων εκφωνητών για κάτι που συνέβη κόντρα στην εθνική ομάδα της χώρας τους. Λογικά όλοι/ες έχετε ακούσει το στερεότυπο για τον σοβινισμό των Γάλλων, σωστά;
Τρίτη σεζόν και οι Raptors είναι πλέον μία από τις υπολογίσιμες ομάδες της Ανατολής. Συνεχόμενη προσωπική άνοδος, 5ος σκόρερ στο ΝΒΑ. Ο ενθουσιασμός για το όνομά του είναι έκδηλος. Η φανέλα του πουλάει σαν τρελή, η Nike έχει διαδεχθεί την Puma και του χαρίζει την δική του signature σειρά παπουτσιών (Shox). Το Toronto δέχεται τουλάχιστον 10 αιτήματα για συνεντεύξεις καθημερινά, επιλέγεται να πρωταγωνιστήσει ως εκπρόσωπος του ΝΒΑ στην διαφήμιση του Gatorade που ήταν επίσημος χορηγός.
Οι Raptors βελτιώνονται κι άλλο, φτάνουν στην 5η θέση με ρεκόρ 47-35. Και πάλι οι Knicks στον πρώτο γύρο. Αυτή τη φορά όμως θα έχουν καλύτερη απόδοση. Θα πανηγυρίσουν την πρώτη τους νίκη και την πρώτη κερδισμένη σειρά (3-2) στην ιστορία του franchise. Επόμενος σταθμός οι πρώτοι στην Ανατολή 76ers του MVP της regular season, Allen Iverson. Η σύγκρουση των δύο μεγάλων σταρ, που έχει φαβορί. Η σειρά όμως καταλήγει να είναι κάτι παραπάνω από αμφίρροπη. Για την ακρίβεια, ήταν εντελώς οριακή. Έτσι φτάνει στον 7ο αγώνα με τους δύο σταρ να έχουν οργιάσει στο μεσοδιάστημα. Ο Iverson έμπαινε στην αναμέτρηση με μέσο όρο 35,8 πόντων και ο Carter με 32,2. Η ημέρα του αγώνα, η 20η Μαΐου του 2001, θα ήταν μία από τις καθοριστικότερες στιγμές στο legacy του Air Canada: θα τον καθόριζε τόσο ως παίκτη, όσο και ως άνθρωπο.
Ο Carter είχε αφήσει το κολέγιο μετά το τέλος της 3ης χρονιάς για το ΝΒΑ. Πριν το κάνει, είχε υποσχεθεί στη μητέρα του ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα επέστρεφε άμεσα για το πτυχίο του στις Αφροαμερικανικές Σπουδές. Στα πρώτα δύο χρόνια του στους Raptors κατάφερε να περάσει τα υπολειπόμενα μαθήματα και στις αρχές του 2001 μαθαίνει ότι η ορκωμοσία θα γίνει το πρωινό της 20 Μαΐου του ίδιου έτους. Την ίδια μέρα δηλαδή με το 7ο παιχνίδι της σειράς με τους Sixers, το πιο σημαντικό της μέχρι τότε καριέρας του. Οι επιλογές προφανείς. Θα ήταν ο απόλυτος επαγγελματίας, ενδιαφερόμενος αποκλειστικά και μόνο για τις πιθανότητες νίκης της ομάδας του ή θα έδινε προτεραιότητα στον άνθρωπο Vince;
Αρχικά είναι φρόνιμο να ξεκαθαρίσουμε πως αν στη θέση του ήταν οποιοσδήποτε άλλος παίκτης των Raptors, πιθανότατα η μοναδική επιλογή θα ήταν ο αγώνας. Ο Carter όμως ήταν ο σταρ της ομάδας κι ένας από τους μεγαλύτερους του πρωταθλήματος, στην 3η χρονιά του στην ομάδα, χωρίς να είναι δεμένος με πολυετές συμβόλαιο. Όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, απολάμβανε ένα καθεστώς ιδιαίτερης μεταχείρισης από τη διοίκηση. Αυτή περιλάμβανε μεταξύ άλλων σωματοφύλακες πληρωμένους από το Toronto, θέση πάρκινγκ για τη μητέρα του στο γήπεδο, μεγαλύτερη ανεκτικότητα σε κάθε είδους περίσταση. Ο Carter ήθελε απαραιτήτως να παραστεί στην αποφοίτηση και βρέθηκε μία συμβιβαστική “λύση”, μεταξύ αυτού και της διοίκησης: θα ταξίδευε νωρίς το πρωί στο Chapel Hill της North Carolina, θα έδινε το παρόν στην αποφοίτηση και αμέσως μετά θα μετέβαινε στην Philadelphia για τον αγώνα. Όλα αυτά με ιδιωτικό αεροσκάφος της ομάδας. Αν τα πράγματα πήγαιναν σύμφωνα με το σχέδιο, θα βρισκόταν στο γήπεδο περίπου 5 ώρες πριν την έναρξη και δεν θα έχανε ούτε τις συνεντεύξεις. Οπότε όλες οι πλευρές θα ήταν “καλυμμένες”. Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη πλειοψηφία της διοίκησης, των παικτών και των φιλάθλων δεν είδε με καλό μάτι τη συγκεκριμένη κίνηση, ακόμη κι αν δεν την κατέκριναν επίσημα. Ήταν προφανές σε όλους πως αν έφευγε από την αποστολή θα είχε χαλάσει τη ρουτίνα και η πλήρης συγκέντρωσή του θα βρισκόταν σε κίνδυνο.
Για να καταλάβουμε καλύτερα όμως την ψυχοσύνθεση του Carter και ίσως την οπτική της απόφασης, πρέπει να κοιτάξουμε το background του και να πάμε αρκετά χρόνια πίσω. Ο πατέρας και η μητέρα του πήραν διαζύγιο όταν ήταν 7 ετών. Ο ίδιος έμεινε με την μητέρα του, η οποία ξαναπαντρεύτηκε κι άλλες φορές. Η Michelle Carter ήταν σε όλα τα χρόνια της παιδικής του ηλικίας το μοναδικό σταθερό στήριγμά του, ο κομβικότερος άνθρωπος της ζωής του. Όπως συμβαίνει αρκετές φορές σε τέτοιες περιπτώσεις, η σχέση που αναπτύχθηκε ήταν λίγο διαφορετική από τις συνηθισμένες και μετατράπηκε σχεδόν σε σχέση εξάρτησης. Από τη μία πλευρά, ακόμη και ως επαγγελματίας ο Vince θα συμβουλευόταν τη μητέρα του για τα πάντα. Από την άλλη, υπήρχε φανερή υπερπροστατευτικότητα. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι η μητέρα του ήταν παρούσα σε όλες τις συνεντεύξεις που έδινε τα πρώτα χρόνια του στους Raptors για να μην “εκτεθεί”. Ναι, μιλάμε για τα χρόνια που ήταν superstar του ΝΒΑ. Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο, ο Vince φαινόταν να έχει μια προσεγμένη ανατροφή, όντας ευγενικός και προσηνής στις περισσότερες των περιπτώσεων. Σύμφωνα με την Michelle, οι πανεπιστημιακές σπουδές θα ήταν το τελευταίο, αλλά και απαραίτητο στάδιο για τη σωστή διαπαιδαγώγησή του: αυτό που θα του επέτρεπε να γίνει καλύτερος άνθρωπος. Γι’ αυτό ανάγκασε τον Vince να υποσχεθεί πριν πάει στο κολέγιο ότι αν ποτέ αναγκαστεί να το εγκαταλείψει, θα επιστρέψει για το πτυχίο. Επομένως, για τον Carter η ορκωμοσία δεν ήταν μία τυπική διαδικασία, αλλά η εκπλήρωση μιας υπόσχεσης και μάλιστα με το μέγιστο επίπεδο σεβασμού απέναντι στον σημαντικότερο άνθρωπο της ζωής του. Όσο αντιεπαγγελματικό κι αν ακούγεται (ειδικά για τα δεδομένα των Ηνωμένων Πολιτειών), προτίμησε εν πλήρει συνειδήσει να κάνει χαρούμενη τη γυναίκα που τον μεγάλωσε, παρά τους ανθρώπους που τον πλήρωναν και τον αποθέωναν. Κι αυτή ήταν μια πράξη που δεν θα μετάνιωνε ποτέ.
Ο 7ος Ημιτελικός της Ανατολής του 2001 ήταν όσο αμφίρροπος αναμενόταν. Οι άμυνες και το ξύλο επικράτησαν, τα δύο επιθετικά βαρόμετρα έπαιξαν 48 λεπτά έκαστος (!) αλλά τα έσπασαν (είχαν μόλις 41 πόντους αθροιστικά) και το παιχνίδι κρίθηκε στην μία κατοχή. Οι 76ers μπροστά με έναν πόντο και 2 δευτερόλεπτα να απομένουν. Ο Carter θα πάρει την μπάλα μετά την επαναφορά του Dell Curry, θα προσποιηθεί επιτυχημένα και θα σουτάρει. Παρά το γεγονός πως το σουτ αρχικά φαίνεται να είναι καλό, εν τέλει θα βρει σίδερο και όλο το γήπεδο θα ξεσπάσει σε πανηγυρισμούς (στο 7:45 του βίντεο).
Όπως είναι φυσικό σε τέτοιες περιπτώσεις, το τελικό αποτέλεσμα “καθορίζει” στο μυαλό πολλών και το αν η αρχική απόφαση ήταν σωστή ή όχι. Μετά από αυτό το σουτ αρκετοί ξεσπάθωσαν, κατηγορώντας τον Carter πως έχασαν εξαιτίας του. Όχι επειδή έχασε το σουτ – δηλαδή ευθέως, αλλά για τον περισπασμό ολόκληρης της ομάδας και φυσικά του ιδίου από έναν τόσο κρίσιμο αγώνα – δηλαδή έμμεσα. Επιπλέον, όπως στα προηγούμενα Play Offs δεν ήταν καλός, έτσι και τώρα πολλοί στάθηκαν στο γεγονός πως “λύγισε” την κρίσιμη στιγμή. Άλλοι αμφέβαλλαν για την winning mentality του, άλλοι πως δεν είναι πλήρως αφοσιωμένος. Ο ασκός του Αιόλου όμως είχε ανοίξει και δεν επρόκειτο να κλείσει σύντομα. Σε κάθε περίπτωση, σήμερα γνωρίζουμε πως ο συγκεκριμένος αγώνας ήταν το σημείο καμπής στην αγωνιστική του καριέρα, τουλάχιστον με όρους αριθμών και stardom.
2.2 Η σταδιακή φθορά
Η επόμενη σεζόν αρχίζει και κατά τη διάρκειά της παίκτης και ομάδα είναι αρκετά καλοί. All-Star ο μεν, σε τροχιά Play Offs οι δε. Ο Carter θα “δέσει” το μέλλον του στον οργανισμό και θα υπογράψει 6ετές συμβόλαιο 94 εκατομμυρίων δολαρίων, το μεγαλύτερο που μπορούσε. Περίπου 15 αγώνες πριν το τέλος της σεζόν κάνει την εμφάνισή του ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός και εγχείρηση σε τένοντα του γονάτου. Φυσικά πρόωρο τέλος της σεζόν. Για κακή του τύχη, οι Raptors ολοκληρώνουν με ένα σερί 12-2 χωρίς τον σταρ τους. Στα Play Offs, όπου σταυρώνουν με τους Pistons, όλα συνεχίζονται στον ίδιο ρυθμό. Το Detroit είναι το ξεκάθαρο φαβορί. Παρ΄όλα αυτά, το Toronto θα τους βγάλει το λάδι και θα ηττηθεί δύσκολα με 3-2. Ίσως αν δεν υπήρχε το μειονέκτημα έδρας τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Σε κάθε περίπτωση, ήταν η πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια που φάνηκε πως οι Raptors μπορούν όχι απλά να ζήσουν χωρίς τον Carter, αλλά να είναι και ανταγωνιστικοί.
Η σεζόν 2002-03 ήταν ακόμη χειρότερη για τον Air Canada. Νιώθει συνεχώς ενοχλήσεις στο εγχειρισμένο γόνατο και χάνει σχεδόν όλο το πρώτο μισό. Η συμπεριφορά που εμφανίζει σε αυτό το κομμάτι της καριέρας του μπορεί να χαρακτηριστεί γενικότερα ως ανώριμη, αλλά ειδικότερα αυτό το διάστημα είναι και αντιεπαγγελματική. Το Νοέμβριο του 2002, ενώ είναι τραυματίας και απουσιάζει από το εκτός έδρας παιχνίδι με τους Hawks, γίνεται αντιληπτός να χορεύει σε συναυλία του Nelly στο Toronto. Η ενέργεια αυτή επικρίθηκε έντονα εκείνη την εποχή τόσο από τον Τύπο, όσο και από τους φιλάθλους. Στο δεύτερο κομμάτι της χρονιάς αγωνίζεται μεν, αλλά δεν είναι φανερό πως δεν είναι απολύτως υγιής. Όπως είναι φυσικό, όλο αυτό επηρέασε και την ομάδα που δεν μπορούσε να δουλέψει πάνω σε ένα συγκεκριμένο σχήμα, ούτε να βρει χημεία και να παίξει καλά. Επιστροφή σε αρνητικό ρεκόρ μετά από τρία χρόνια επιτυχίας (24-58) και απόλυση του προπονητή, Lenny Wilkens. Το όνομα του τελευταίου καλό είναι να το κρατήσουμε, καθώς θα φανεί χρήσιμο αργότερα. Συνολικά, το μόνο θετικό από αυτή τη χρονιά είναι ότι το τόσο κακό ρεκόρ εξασφάλισε το 4ο pick σε μία από τις καλύτερες φουρνιές draft όλων των εποχών κι έτσι εξασφαλίστηκαν οι υπηρεσίες του Chris Bosh.
Ωστόσο η πιο ενδιαφέρουσα ιστορία εντός της σεζόν ήταν μάλλον εξωαγωνιστική. Θυμάστε που λέγαμε για το πρώτο κομμάτι της χρονιάς, στο οποίο ο Carter δεν έπαιξε σχεδόν καθόλου; Ε, λοιπόν, παρά το γεγονός της ελάχιστης συμμετοχής επιλέγεται ξανά στο All Star Game της Atlanta. Μάλιστα, μόνο οι Kobe Bryant και Tracy McGrady είχαν περισσότερες ψήφους συνολικά. Οι αντιδράσεις που υπήρχαν ήταν αρκετές, καθώς πολύς κόσμος – όπως για παράδειγμα ο Charles Barkley – θεώρησε πως δεν έχει αγωνιστεί αρκετά για να επιβραβευτεί με αυτό τον τρόπο. Το ζήτημα απέκτησε ακόμη περισσότερο δράμα και για έναν ακόμη λόγο. Η σεζόν 2002-03 ήταν η τελευταία της καριέρας του Michael Jordan. Μπορεί στην Ελλάδα ο μέσος μπασκετόφιλος (και ειδικά οι νεαροί) να θεωρεί πως ο Air πάντα είχε αξεπέραστη αποδοχή από φίλους κι εχθρούς, όμως αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια. Στο All Star Game του 2003 που ήταν γνωστό πως θα ήταν το τελευταίο του, ο Jordan ήταν 3ος στις ψήφους μεταξύ των guards της Ανατολής, πίσω από τους McGrady και Iverson (και 9ος συνολικά μεταξύ των παικτών). Σύμφωνα με του κανόνες του All Star Game τότε, στην αρχική 5δα της κάθε περιφέρειας θα συμμετείχαν δύο guards, δύο forwards κι ένας center. Άρα, ο Jordan δεν θα μπορούσε να είναι βασικός. Ανεξαρτήτως αν αφορμή ήταν οι λιγοστές συμμετοχές σε αγώνες ή η ανάγκη να βρεθεί μία θέση για τον MJ, ο δημόσιος διάλογος γύρω από το αν ο Carter έπρεπε να παραχωρήσει τη θέση του άνοιξε για τα καλά. Άλλωστε η παραχώρηση θέσης δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο1)Στο παρελθόν αντίστοιχη κίνηση είχαν κάνει ο Doug Collins για τον John Havlicek το 1978, ο Isaiah Thomas για τον Julius Erving το 1987 και ο Tim Hardaway για τον Magic το 1992. Στα πρώτα επεισόδια της σειράς, ο Carter αρνήθηκε να δώσει τη θέση, λέγοντας πως εφόσον ο κόσμος τον ψήφισε και ουσιαστικά ζήτησε να δει αυτόν, θα έπρεπε να ξεκινήσει βασικός. Παρομοίως και ο MJ είπε πως δεν θα δεχόταν τη θέση, ακόμη κι αν κάποιος προσφερόταν. Στην πορεία ωστόσο τα πράγματα άλλαξαν. Κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει αν το επίσημο ΝΒΑ έπαιξε κάποιο ρόλο σε όλο αυτό. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως από εμπορική σκοπιά θα ήταν προτιμότερο να ξεκινήσει ο Air. Αυτό αποδείχθηκε σε πολλά επίπεδα, όπως το happening του ημιχρόνου με τη Mariah Carey και τα φορέματα/φανέλες Jordan, που ήταν κομμένο και ραμμένο για την περίσταση.
Εν τέλει, ο Carter δέχθηκε να παραχωρήσει τη θέση του, το ΝΒΑ να κάνει τα στραβά μάτια και η Ανατολή να αρχίσει με τρεις guards, έναν forward κι έναν center, και ο Jordan να αποδεχτεί τη θέση. Για να γίνει όμως αυτό, έπειτα από απαίτηση του Carter, συνέβη το εξής: ο ΜJ μπήκε στο γήπεδο και παρουσιάστηκε ως αναπληρωματικός της Ανατολικής ομάδας. Λίγο πριν παρουσιαστούν οι βασικοί, ακούστηκε το εξής από τα μεγάφωνα: ”Ο επόμενος All Star μόλις ζήτησε να αντικατασταθεί στην βασική 5δα από τον Michael Jordan”. Ο Air κούνησε το κεφάλι, ο Carter μπήκε στο γήπεδο φανερά ξενερωμένος και τα υπόλοιπα είναι ιστορία (15:50 – 16:47).
Η υγεία του Carter ήταν σχετικά καλύτερη τη σεζόν 2003-04. Ναι μεν είχε μικροπροβλήματα στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς, όμως τουλάχιστον συνήθως έπαιζε. Βέβαια, ήταν φανερό πως δεν ήταν ο ίδιος παίκτης με τις πρώτες σεζόν του. Τον Δεκέμβριο ο GM της ομάδας, Glen Grunwald, θα ανταλλάξει τον Antonio Davis. Παρά την προχωρημένη ηλικία του Davis, η κίνηση αυτή αποδυνάμωνε την ομάδα και δημιούργησε μια κόντρα μεταξύ του Grunwald και του νέου προπονητή της ομάδας, Kevin O’Neill. Με όλα αυτά να συμβαίνουν, η σεζόν βρισκόταν περίπου σε ισορροπία μέχρι το μισό και οι Raptors ήταν στο 25-25. Τότε ξεκινά ένα σερί 3 αρνητικών αποτελεσμάτων και ξαφνικά ο Carter τραυματίζεται ξανά προς τον Φεβρουάριο και δεν αγωνίζεται. Οι συνεχόμενες ήττες φτάνουν τις 9, η γκρίνια είναι πλέον πολύ μεγάλη και η σεζόν κλείνει με ένα επιμέρους 8-24, με τον Grunwald να απολύεται λίγο πριν την ολοκλήρωση της χρονιάς. Προφανώς με μόνο 33 νίκες το Toronto δεν προλαβαίνει τα Play Offs και ο προβληματισμός μεγαλώνει. Πλέον υπήρχαν πολλά παράπονα από την ομάδα και – με τον GM ήδη να έχει αποχωρήσει – οι αντιδράσεις στρέφονταν κυρίως προς ένα συγκεκριμένο πρόσωπο: αν σκεφτήκατε τον franchise player της ομάδας, έχετε πέσει μέσα.
2.3 Το δράμα και το διαζύγιο
Τα τελευταία 3 χρόνια ο Carter ήταν σχεδόν μόνιμα τραυματίας ή έπαιζε με ενοχλήσεις. Τα προβλήματα κυρίως στους τένοντες του αριστερού γονάτου, αλλά και τον αστράγαλό του έμοιαζαν χρόνια. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, είχε αποκτήσει τη φήμη πως προσποιείται τραυματισμούς ή τους παρουσιάζει σοβαρότερους από ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Η νεότερη αντίληψη σχετικά με τους τραυματισμούς ήταν ότι δεν δούλευε όσο έπρεπε κατά τη διάρκεια των αποθεραπειών, ενώ η ομάδα τον ντάντευε. Αυτό προστίθεται στην ήδη παγιωμένη άποψη για έλλειψη ηγετικών ικανοτήτων και αδυναμία ανταπόκρισης στις κρίσιμες στιγμές. Τέλος, γκρίνια υπήρχε και για έλλειψη σκληράδας, “κατηγορία” όμως που οφείλεται μάλλον σε παρερμηνεία του χαρακτήρα του, παρά στα χαρακτηριστικά του.
Μέσα σε αυτό το κλίμα δυσπιστίας και αβεβαιότητας, η ομάδα έψαχνε νέο GM και προπονητή, με τον πρώτο να είναι η βασικότερη προτεραιότητα. Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας πως οι Raptors του 2004 δεν είναι η σημερινή ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό και λειτουργεί “ρολόι”, αλλά ένα προβληματικό franchise με τραγικές αποφάσεις και όχι τόσο ευοίωνο μέλλον. Τον Μάιο, λοιπόν, ο Carter ζήτησε και συναντήθηκε με τον Larry Tanenbaum για να συζητήσουν για την ομάδα. Εκπροσωπώντας την ιδιοκτήτρια MLSE, o Tanenbaum υποσχέθηκε στον Carter ότι θα έχει λόγο στην πρόσληψη του νέου GM. Κάτι που, όπως αποδείχτηκε, ήταν ψέμα. Ήταν γνωστό ότι “εκλεκτός” του Vinsanity για τη θέση του GM ήταν το παιδικό του είδωλο, ο Julius Erving. Η διοίκηση του οργανισμού τον κάλεσε σε μία προσχηματική συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε στο αεροδρόμιο (!) του Toronto, ήταν όμως σαφές πως ποτέ δεν αποτέλεσε πραγματική επιλογή. Αντ’ αυτού, προτίμησαν να προσλάβουν τον Rob Babcock, ο οποίος μάλλον δεν ήταν και ο πλέον κατάλληλος για τη θέση. Για την ακρίβεια, αν βγάζαμε ένα Top10 με τους χειρότερους GM στην ιστορία του ΝΒΑ, θα ήταν ένας σοβαρός υποψήφιος τουλάχιστον για τα μετάλλια.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο Babcock ήταν να τονίσει με κάθε επισημότητα πως το franchise πλέον γυρίζει σελίδα σε κάθε επίπεδο. Πίστευε πως η ομάδα δεν ήταν όσο ανταγωνιστική θα έπρεπε και με δεδομένο πως είχε έναν εξαιρετικό νέο παίκτη που θα μπορούσε να γίνει ο μελλοντικός της αστέρας (Chris Bosh), άφησε να εννοηθεί πως πλέον ίσως δεν είναι σε τόσο “win now” φάση, όσο τα προηγούμενα χρόνια. Επίσης, θεώρησε πως υπήρχαν προβλήματα πειθαρχίας εντός της ομάδας κι έκανε σαφές πως οι κανόνες θα είναι ίδιοι για όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Τέλος, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ριζικών ανταλλαγών.
Εκτός όμως από δηλώσεις, ήταν καιρός να προχωρήσει και σε πράξεις. Η πρώτη εξ αυτών ήταν το NBA Draft του 2004. Εκεί, κόντρα στις προβλέψεις και τις πιέσεις που δέχθηκε για την επιλογή του Andre Iguodala στο Νο8, o Babcock θέλησε να κάνει την διαφορά επιλέγοντας τον Rafael Araujo. Δεν τον θυμάστε; Ακούγεται λογικό, καθώς μιλάμε για έναν παίκτη που έμεινε μόλις 3 χρόνια στο ΝΒΑ, είχε στην καλύτερή του χρονιά 3.3 πόντους και 3.1 ριμπάουντ, ενώ με κάποιο τρόπο κατάφερε να έχει ποσοστό καριέρας 40.5% στα εντός πεδιάς, αν και center (εννοείται χωρίς να σουτάρει τρίποντα). Η δεύτερη πράξη αφορούσε στην πρόσληψη προπονητή. Η επιλογή ήταν ο Sam Mitchell, ένας προπονητής δηλαδή που θεωρούσε την πειθαρχία πολύ σημαντική. Είχε αποφασίσει να συμπεριφέρεται σε όλους ισότιμα, είτε ήταν rookies, είτε σταρ. Δεν προκάλεσε, λοιπόν, καθόλου έκπληξη πως μέσα σε λίγους μήνες κατάφερε να έρθει στα χέρια με τον Carter (και όταν λέμε στα χέρια εννοούμε κυριολεκτικά, όχι χαριτολογώντας). Η 3η πράξη περιείχε ουσιαστικά επιδείξεις δύναμης, στο πλαίσιο της “γενικής ισότητας”. Η ομάδα αρχικά απέλυσε τον Chuck Mooney, ο οποίος βρισκόταν στο franchise από την ίδρυσή του. Ο Mooney ήταν επικεφαλής του ιατρικού τμήματος και προσωπικός φίλος του Carter. Επιπλέον, ο Babcock αποφάσισε να πάρει πίσω τη μόνιμη θέση πάρκινγκ στο Air Canada Centre που είχε παραχωρηθεί στην Michelle Carter. Last but not least, η νέα διοίκηση όχι απλά δεν προφύλασσε τον Carter από την κριτική που γινόταν, αλλά αντίθετα την αναπαρήγαγε κιόλας σε ορισμένες περιπτώσεις. Ήταν σαν να προσπαθούσαν να βλάψουν δημοσίως την εικόνα του πιο πολύτιμου περιουσιακού τους στοιχείου.
Όπως θα δήλωνε αρκετά χρόνια μετά ο τότε συμπαίκτης του, Jaylen Rose,
«ένα σημείο καμπής είναι όταν μια ομάδα προσπαθεί να καταλάβει αν θέλει να σε ανταλλάξει. Για τη δημόσια κατανάλωση, συνήθως αμαυρώνουν το όνομά σου. Διαρρέουν πράγματα που ισχύουν ή όχι και το κοινό τα πιστεύει ή όχι. Ξαφνικά, αν χάσεις μια προπόνηση, αν χάσεις ένα παιχνίδι λόγω τραυματισμών, αν δεν παίξει καλά η ομάδα σου, τότε ο κόσμος λέει: να τον ξεφορτωθούν. Δεν θέλει να είναι εδώ. Δεν μας αγαπά».
Στην απέναντι πλευρά, ο Carter έβλεπε τη θέση του στην ιεραρχία να αμφισβητείται τόσο έντονα για πρώτη φορά. Οι άνθρωποι με τους οποίους είχε αναπτύξει μοναδική σχέση όλα αυτά τα χρόνια και τον κρατούσαν στον οργανισμό (Glen Grunland, Lenny Wilkens, Chuck Mooney) είχαν απομακρυνθεί – δεν υπήρχε κανένας πλέον με τον οποίο να ένιωθε πραγματικά κοντά. Η νέα διοίκηση έδειχνε με κάθε τρόπο ότι δεν προτίθεται να κάνει εύκολη τη ζωή του. Παράλληλα, σε προσωπικό επίπεδο, εκείνα τα χρόνια ο μικρός του αδερφός ήταν εξαρτημένος από τα ναρκωτικά, βρισκόταν στα δικαστήρια με τον πρώην ατζέντη του, William Black, κατηγορώντας τον για απάτη, ενώ είχε έναν αποτυχημένο γάμο που κράτησε μετά βίας έναν χρόνο. Όλα αυτά σχεδόν ταυτόχρονα θα ήταν too much για τον οποιονδήποτε. Έκανε την χειρότερη επιλογή για τον ίδιο και την ομάδα. Αποφάσισε να μην μιλήσει όλο το καλοκαίρι και το Σεπτέμβρη να ζητήσει ανταλλαγή.
Όπως γίνεται αντιληπτό όμως, δεν είναι τόσο εύκολο να ανταλλαχθεί ένα από τα ακριβότερα συμβόλαια στη λίγκα, ένα μόλις μήνα πριν την έναρξη της χρονιάς. Η άρνηση της διοίκησης ήταν λογική στην παρούσα φάση. Έτσι, ο Carter σκέφτηκε να πιέσει για την ανταλλαγή, στη μάλλον πιο “μαύρη” περίοδό του ως επαγγελματίας αθλητής. Ξεκίνησε δίνοντας το μήνυμα στις προπονήσεις της pre season, όταν είπε στα Media ότι δεν πρόκειται να ξανακαρφώσει. Για όποιον δεν αντιλήφθηκε το έλλειμμα διάθεσης, φρόντισε να το κάνει ξεκάθαρο στους πρώτους 20 επίσημους αγώνες της χρονιάς. Έπαιζε πραγματικά χάλια, φανερά μακριά από το potential του, χωρίς διάθεση και με career low στις περισσότερες κατηγορίες. Παράλληλα, υποκρίθηκε τραυματισμό, ενώ κατηγορήθηκε ακόμη και ότι διέδιδε στους αντιπάλους τα συστήματα των Raptors την ώρα του αγώνα. Ναι, είχε σοβαρούς λόγους να είναι τσαντισμένος με τη διοίκηση, όμως ο τρόπος που χειρίστηκε την όλη κατάσταση ήταν εκπληκτικά ανώριμος και αντιδεοντολογικός, όχι μόνο απέναντι στην διοίκηση, αλλά και στους οπαδούς. Πολλά χρόνια αργότερα θα παραδεχόταν πως μακάρι να γύριζε τον χρόνο πίσω και να φερόταν πιο επαγγελματικά στις τελευταίες ημέρες του στους Raptors. Ήταν όμως αργά.
(πηγή Sportsnet.ca)
Μη έχοντας πλέον άλλη επιλογή ο Babcock δέχεται σχεδόν την πρώτη προσφορά που βρίσκει μπροστά του και στις 17 Δεκεμβρίου 2004 τον παραχωρεί στους New Jersey Nets για τους Alonzo Mourning, Eric Williams, Aaron Williams και δύο πικ πρώτου γύρου (που κατέληξαν να είναι τα Νο16 το 2005 και Νο20 το 2006). Όπως ανέφερε αργότερα ο GM των Nets, Ed Stefanski, μόλις έριξε στο τραπέζι τα δύο πικ πρώτου γύρου (που δεν ήταν καν lottery), το deal έκλεισε σε λιγότερο από 24 ώρες. Η εν λόγω συμφωνία παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις χειρότερες όλων των εποχών. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η 3η πιο αποτυχημένη ανταλλαγή στην ιστορία του franchise με βάση τα Win Shares των παιχτών που πήραν μέρος. Για να το πούμε και με λίγο πιο εύκολα αντιληπτούς αριθμούς, όλα τα άμεσα ανταλλάγματα που πήραν, πέτυχαν για τους Raptors συνολικά 1982 πόντους. Τόσους σκόραρε ο Carter στους Nets πριν καν συμπληρώσει 82 αγώνες. Στην πραγματικότητα πήρε στην ομάδα αρκετά χρόνια για να ορθοποδήσει και πάλι. Ο Babcock ισχυρίστηκε πως αυτή ήταν η καλύτερη διαθέσιμη συμφωνία. Πέραν του ότι αυτό αμφισβητείται, είναι απολύτως αναμενόμενο όταν κάποιος καταφέρνει να ξενερώσει τον αστέρα του και ταυτόχρονα να τον δυσφημεί δημόσια, η αξία του να κατρακυλήσει. Κι αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος του Babcock στον χειρισμό της κατάστασης.
Μετά την ανταλλαγή, η “δολοφονία” χαρακτήρα συνεχίστηκε με αμείωτο ρυθμό. Η διοίκηση συνέχιζε να υπενθυμίζει τις κακές συμπεριφορές του πρώην πλέον αστέρα της, παρουσιάζοντας την κατάσταση σαν έναν εκβιασμό που δέχθηκε δίχως λόγο και αιτία στα καλά του καθουμένου. Υπήρξε μια επίσημη προσπάθεια ο Carter (ο οποίος προφανώς είχε ευθύνη) να παρουσιαστεί ως ο μοναδικός υπαίτιος μιας άσχημης κατάστασης. Μέσω αυτού του χειρισμού προσπάθησε να αποποιηθεί τις εγκληματικές ευθύνες που είχε και να καμουφλάρει τον τουλάχιστον ερασιτεχνικό χειρισμό που οδήγησε στην αποπομπή του καλύτερου παίκτη του franchise. Αποτέλεσμα όλης της κατάστασης η απομυθοποίησή του από τον κόσμο της ομάδας και η μαζική αντιπάθεια προς το πρόσωπό του, καθώς θεωρήθηκε ένας προδότης που γύρισε την πλάτη στην ομάδα που τον ανέδειξε. Ο κόσμος πλέον ένιωθε θυμό και μίσος. Γι’ αυτό και όπως θα δούμε στη συνέχεια, έκανε πολλά χρόνια να ξεχαστεί. Η απομάκρυνση του Carter από το Toronto ήταν μακράν η πιο επεισοδιακή της νέας χιλιετίας. Η μοναδική περίπτωση που θα μπορούσε να συγκριθεί μαζί της (σε μικρότερη βέβαια έκταση) ήταν η πρώτη αποχώρηση του LeBron James από το Cleveland.
2.4 Πότε μεγάλωσε τόσο πολύ ο κόσμος, ώστε να μπορέσεις να χαθείς εσύ;2)Φράση από το ποίημα “Που χάθηκες κοριτσάκι;” του Μενέλαου Λουντέμη
Όταν ο Carter πήγε στο Toronto ήταν ένα παιδί που ήλπιζε να κάνει καριέρα στο μπάσκετ. Όταν αποχώρησε ήταν ένας πολυεκατομμυριούχος superstar του NBA. Στα 6μησι χρόνια της παραμονής του κατάφερε – πέραν του γίνει ο πιο εμβληματικός παίκτης στην ιστορία του franchise – να αλλάξει ριζικά το status των Raptors και της πόλης του Toronto συνολικά, καθώς και την κουλτούρα των νέων σε ολόκληρη τη χώρα. Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να ειπωθεί ότι από την απαρχή του επαγγελματικού μπάσκετ στις ΗΠΑ, οι άνθρωποι που κατάφεραν να είναι περισσότερο επιδραστικοί σε μία ομάδα ήταν πραγματικά μετρημένοι στα δάχτυλα.
Για τους Raptors ήταν ο πρώτος πραγματικός έρωτας. Ο παίκτης που χρειάζονταν, ακριβώς την κατάλληλη στιγμή. Όπως έγραψε πολύ εύστοχα ο Blake Murphy στο Athletic “ο Carter δεν είχε απλά μια καλή στιγμή, ΗΤΑΝ η στιγμή”. Ένας διασκεδαστής του μπάσκετ, ένα κινούμενο highlight, η ανέλιξη του οποίου ανέβασε ταυτόχρονα πολλά επίπεδα όλο τον οργανισμό. Χάρη σε αυτόν από την πλήρη ανυποληψία έγιναν μία από τις πιο hot ομάδες της λίγκας. Έφερε τα παιχνίδια με παναμερικανική μετάδοση, τον αγώνα Χριστουγέννων. Χάρισε στους φιλάθλους το πρωτόγνωρο συναίσθημα να φουσκώνουν από υπερηφάνεια που ένας παίκτης τέτοιου επιπέδου φορούσε τη φανέλα της άσημης ομάδας τους. Κυρίως όμως έκανε τους Raptors αποδεκτούς τόσο στην πόλη τους, όσο και στην χώρα.
Το Toronto από την άλλη μεριά, ως πόλη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι εκτός Ηνωμένων Πολιτειών. Παρόλο που είχε ομάδα, δεν ήταν πόλη του ΝΒΑ και ο κόσμος δεν την γνώριζε. Έτσι, κανείς δεν ενδιαφερόταν να πάει εκεί ή να ασχοληθεί μαζί της για οποιονδήποτε λόγο. Αυτή η ψυχολογία της “κατωτερότητας” είχε περάσει εν πολλοίς και στον κόσμο. Εξαιτίας των πολλών μεταναστών είναι ένα εξαιρετικά πολυπολιτισμικό περιβάλλον: ένα πραγματικό μείγμα αθλημάτων, πολιτισμών και κοινοτήτων. Όσον αφορά στα αθλήματα, μέχρι το 1998 ήταν η πόλη του hockey και του baseball. Όλο αυτό άρχισε να αλλάζει και το μπάσκετ δειλά-δειλά έκανε την εμφάνισή του. Σταδιακά τα παιδιά με τις φανέλες στους δρόμους έγιναν αφίσες και οι αφίσες διαφημίσεις στην τηλεόραση. Το άθλημα αγκαλιάστηκε από ολόκληρη την κοινότητα. Το γεγονός πως το μπάσκετ στέριωσε στην πόλη δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο – δείτε για παράδειγμα το Vancouver και τους Grizzlies όπου ξεκίνησαν από την ίδια αφετηρία και σήμερα δεν υπάρχουν. Αντιθέτως, είναι ένα δώρο που ο Carter συνεχίζει να τους δίνει ακόμη και σήμερα. Ο Air Canada έδειξε πως αγάπησε πραγματικά την πόλη και δέθηκε με αυτή. Διοργάνωνε εκεί αγώνες φιλανθρωπικού χαρακτήρα, λάμβανε μέρος σε events, έκανε δωρεές, αγόρασε ένα club μέσω του οποίου οι παίκτες του ΝΒΑ εξερευνούσαν τη νυχτερινή ζωή μετά τους αγώνες (και κατά συνέπεια έρχονταν σε επαφή με τον πόλη) και υπέγραψε συμβόλαιο 6 ετών. Για το Toronto, το να μπει στον χάρτη των πόλεων του ΝΒΑ δεν ήταν αμελητέα, ούτε εύκολη υπόθεση.
Η επίδραση, ωστόσο, δεν περιορίστηκε αποκλειστικά στην ομάδα ή την πόλη, καθώς άλλαξε την κουλτούρα του αθλήματος σε ολόκληρο τον Καναδά κι έβαλε τα θεμέλια του επαγγελματικού μπάσκετ στη χώρα. Οι κοινόχρηστοι χώροι γέμισαν με μπασκέτες και ο κόσμος στους δρόμους πλέον φορούσε και φανέλες των ομάδων του ΝΒΑ. Το μπάσκετ από μία περιθωριακή ενασχόληση μετατράπηκε σε mainstream δραστηριότητα της καθημερινότητας. Για τα παιδιά που γεννήθηκαν στα 90s ο Carter αποτέλεσε ένα τεράστιο πρότυπο και μία πραγματική έμπνευση. “You are my Michael Jordan” του είπε ο Tristan Thompson την πρώτη φορά που βρέθηκαν αντίπαλοι. Από λίγο έως πολύ, αυτό θα μπορούσε να το είχε πει ο κάθε νέος Καναδός της εποχής. Παίκτες όπως ο ίδιος, ο Jamal Murray, ο Kelly Olynyk, ο Andrew Wiggins, ο Corey Joseph, ο R J Barrett είναι πιθανό να μην υπήρχαν ποτέ δίχως την παρουσία του Carter στους Raptors. Τηρουμένων των αναλογιών, λειτούργησε κάπως σαν τον Νίκο Γκάλη στην Ελλάδα, που σε συνδυασμό με τις επιτυχίες του Άρη και της Εθνικής έκανε το μπάσκετ mainstream στη χώρα μας.
Η σχέση των Raptors και του Carter ήταν σαν τον πρώτο κεραυνοβόλο έρωτα δύο νέων, όπου και οι δύο μεριές βιώνουν πράγματα που δεν πίστευαν ότι υπάρχουν. Οι μεν βρήκαν κάποιον που τους έδωσε επιτέλους υπόσταση και ο δε τον χώρο για να λατρευτεί στο άθλημα που αγαπούσε. Κανένας δεν έβλεπε τα σοβαρά αρνητικά του άλλου. Πολύ γρήγορα όλο αυτό μετατράπηκε σε παθολογική εξάρτηση. Όπως συμβαίνει συνήθως, οι αρνητικές εμπειρίες συσσωρεύονται και κάποια στιγμή τα πάντα καταρρέουν. Κι επειδή η διαφορά έρωτα και μίσους είναι πολύ μικρή, τελείωσε με αλληλοκατηγορίες και πίκρα. Μετά από πολλά χρόνια, ώριμοι και οι δύο βλέπουν το παρελθόν και σκέφτονται πως “θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί διαφορετικά”. Στην πραγματικότητα όμως δεν θα μπορούσε με τα μυαλά που είχαν τότε. Και το χειρότερο είναι πως το γνωρίζουν και οι δύο πλευρές.
2.5 Οι New Jersey Nets
Στο New Jersey ο Carter αναγεννήθηκε. Ήταν “και πάλι παρακινημένος να επιτεθεί στο καλάθι και όχι απλά να κάνει σουτάκια”. Η ανταλλαγή αυτή τον ανακούφισε σε καθαρά αγωνιστικό επίπεδο, καθώς αισθανόταν πολύ πιο άνετα στο ρόλο ενός παίκτη συνόλου, παρά σε αυτόν ενός ballhog που παίρνει έναν τόνο σουτ. Επεδίωκε και ο ίδιος να φύγει το τεράστιο βάρος του μοναδικού franchise player από τους ώμους του. Η κατάσταση στους Nets ήταν αρκετά διαφορετική, καθώς συνάντησε ήδη καταξιωμένους παίκτες όπως ο Jason Kidd και πολλά υποσχόμενους νεαρούς όπως ο Richard Jefferson, μεταξύ άλλων. Σε αντίθεση με το Toronto, στο οποίο ήταν αναγκασμένος να δημιουργεί για τον εαυτό του και τους συμπαίκτες του, στο New Jersey τα πράγματα ήταν πιο απλά. Όπως έλεγε και ο ίδιος,
“ο Kidd ήταν απλά ένας point guard κορυφαίου επιπέδου. Δεν είχες το άγχος της δημιουργίας μαζί του. Η μπάλα ερχόταν στα χέρια σου όταν έπρεπε κι εσύ απλά χρειαζόταν να τελειώσεις τη δουλειά”.
Έτσι, η υπόλοιπη σεζόν 2004-05 δεν είχε καμία σχέση με την αρχή στο Toronto και στα επόμενα 57 παιχνίδια ο Carter ήταν κοντά στο επίπεδο “του καλύτερου μπάσκετ της ζωής του”. Παρ’ όλα αυτά, τα Play Offs ήταν και πάλι ένα déjà vu προηγούμενων ετών, καθώς οι Nets αποκλείστηκαν πολύ εύκολα στον πρώτο γύρο. Γενικά το μοτίβο των καλών αριθμών, των επιτυχημένων regular με πολλά high lights, αλλά των αποτυχημένων post season είναι ένα μοντέλο που θα χαρακτηρίσει όλη την καριέρα του Vinsanity. Στο New Jersey ήταν All Star μέχρι και το 2007 (όταν μέτρησε την 8η συνεχόμενη παρουσία του), ενώ ήταν σταθερά ο παίκτης των 20+ πόντων ως πρώτο επιθετικό βιολί και στα 4μησι χρόνια που πέρασε στους Nets. Τα ημιτελικά της Ανατολής, ωστόσο, ήταν ό,τι καλύτερο κατάφερε να επιτύχει. Στο New Jersey ο Carter εκτιμήθηκε από το κοινό, όμως η λατρεία του κόσμου προφανώς δεν θα μπορούσε καν να είναι κοντά σε ό,τι έζησε στο Toronto.
Ξεχωριστής σημασίας σε αυτό το διάστημα ήταν οι αγώνες με την πρώην ομάδα του. Αμέσως μετά την ανταλλαγή ήταν το διάστημα που η διοίκηση των Raptors προσπαθούσε να δυσφημίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον Carter για να καλύψει τις δικές της ευθύνες. Ο ίδιος, προσπαθούσε να δείξει πως δεν επηρεάστηκε ψυχολογικά, αλλά και ταυτόχρονα να αποδείξει στους Raptors τι έχασαν. Αμέσως μετά τη μετακόμιση στο New Jersey, στο πλαίσιο της ανωριμότητας που χάριζε γενναιόδωρα εκείνο το διάστημα, δήλωσε σε συνέντευξη πως δεν πίεσε τον εαυτό του αρκετά σκληρά ως παίκτης των Raptors και ειδικά στους τραυματισμούς. Παράλληλα, είχε την τάση να πανηγυρίζει και να προκαλεί τους οπαδούς στις επιστροφές του στο Air Canada Centre. Προφανώς, το κοινό δεν χρειαζόταν πολλά περισσότερα: κάθε αγώνας θύμιζε πόλεμο, στη μάλλον μεγαλύτερη κόντρα και εχθρικότερη αντιμετώπιση που γνώρισε το ΝΒΑ την χιλιετία που διανύουμε. Ήταν τόσο το μίσος που σε όλη τη διάρκεια της θητείας του στους Nets, το σκηνικό δεν άλλαξε ούτε σε έναν αγώνα. Και μιλάμε για 4μησι χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, αν και φαινόταν δυνατός εξωτερικά και δεν το ομολόγησε ποτέ, ο Carter πληγώθηκε πολύ όχι μόνο από την ανταλλαγή, αλλά κυρίως από την αντιμετώπιση του κόσμου. Μπορεί να έλεγε για να τους πικάρει ότι η ατμόσφαιρα ήταν πανέμορφη και του άρεσε, όμως στην πραγματικότητα οι επιστροφές στο Toronto ήταν πολύ επώδυνες και χρειάστηκε τουλάχιστον τρία χρόνια για να αποδεχθεί τις αποδοκιμασίες.
Το καλοκαίρι του 2009 και αφού έναν χρόνο νωρίτερα είχαν ανταλλάξει τον Jason Kidd, οι Nets αποφάσισαν αν γυρίσουν σελίδα και να ανταλλάξουν και τον Carter στους Magic. Στα τέλη των 00’s πλέον, οι Pistons είναι μάλλον η πιο σταθερή ομάδα στην Ανατολή, οι Celtics έχουν έρθει, ο LeBron είναι φανερά ο επόμενος εκκολαπτόμενος super star του πρωταθλήματος, ενώ στη Δύση έδυαν οι Suns του Mike D’ Antoni, υπήρχαν παραδοσιακά οι Spurs του Gregg Popovich και ο Kobe Bryant. Ο Carter είχε ήδη κλείσει τα 32 τότε. Ένας τόσο αθλητικός παίκτης με αρκετά προβλήματα τραυματισμών θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ακολουθήσει ένα άθλημα που εξελίσσεται ταχύτατα και δεν περιμένει κανέναν. Τα πιο αποδοτικά αγωνιστικά χρόνια ανήκαν στο παρελθόν.
Στάδιο 3: Χρυσαλίδες
Όταν οι προνύμφες αποκτήσουν το πλήρες μέγεθός τους, τότε υφαίνουν ένα κουκούλι και κλείνονται σε αυτό (συνήθως) για λίγες εβδομάδες. Παρόλο που φαινομενικά δεν συμβαίνει τίποτα, στο εσωτερικό συντελούνται σημαντικές αλλαγές. Σχηματίζονται νέα κύτταρα που θα γίνουν τα μάτια, τα πόδια, τα φτερά και τα υπόλοιπα μέλη της πεταλούδας. Για να φτιαχτεί η πεταλούδα, η προνύμφη χρειάζεται να διαλυθεί σχεδόν ολοκληρωτικά και να ξανασχηματιστεί.
3.1 Orlando και Phoenix
Οι εποχές που μία ομάδα θα είχε ως βασικό επιθετικό όπλο τον Vince Carter είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Αυτό δεν σημαίνει πως σταμάτησε να είναι αξιόλογος παίκτης ή να αγωνίζεται σε ομάδες με στόχους. Απλώς, πλέον ήταν αρκετά πιο “βαρύς” στις κινήσεις του με αποτέλεσμα να μετατραπεί περισσότερο σε έναν “δευτερότριτο” σκόρερ. Το Orlando του Dwight Howard την προηγούμενη χρονιά είχε φτάσει μέχρι του Τελικούς του ΝΒΑ και χρειαζόταν έναν αντικαταστάτη του Hedo Turkoglu. Ο Carter φάνταζε ιδανική περίπτωση και μαζί με τον Rashard Lewis ανέλαβαν τους άλλους πόλους της επίθεσης. Η χρονιά ήταν εξαιρετική, σχεδόν εφάμιλλη της προηγούμενης. Απλώς στους Ανατολικούς Τελικούς βρήκαν μπροστά τους την Big3 της Βοστώνης. Παρ’ όλα αυτά οι τελικοί της περιφέρειας ήταν το υψηλότερο μπασκετικό επίπεδο που ο Carter κατάφερε ποτέ να προσεγγίσει.
Η επόμενη σεζόν θα αρχίσει στο Orlando, όμως το μεγαλύτερο μέρος της θα τον βρει στο Phoenix. Η ομάδα των “7 second or less” Suns που άλλαξε το μπάσκετ των δύο τελευταίων δεκαετιών έχει κλείσει τον κύκλο της, με τον Steve Nash να είναι το τελευταίο απολειφάδι της. Ο Carter κάνει την χειρότερη σεζόν της καριέρας του, σε μία εντελώς αδιάφορη χρονιά για εκείνον και την ομάδα του. Στους Suns για πρώτη φορά θα αγωνιστεί για λιγότερο από 30 λεπτά κάθε βράδυ. Η απόδοσή του πλέον είχε πέσει πολύ και ο ρόλος του μειωνόταν συνεχώς. Παρ’ όλα αυτά, την τελευταία διετία δεν έλειψαν οι όμορφες στιγμές που κατά διαστήματα χάριζε, τόσο με τους Magic, όσο και με τους Suns.
3.2 The reinvention of ourselves
Επόμενος σταθμός, Dallas. Αν οι Raptors ήταν η ομάδα με την οποία ταυτίζεται απόλυτα στο πρώτο μισό της καριέρας του, ο οργανισμός των Mavericks ήταν μακράν της δεύτερης η κυριότερη επιρροή στο δεύτερο μέρος αυτής. Για την ακρίβεια, ήταν το κλειδί για να αγωνιστεί στο ΝΒΑ για πολλά ακόμη χρόνια και να μετατραπεί στον βιονικό τύπο που γνωρίζουμε σήμερα.
Φτάνοντας στο Dallas αμέσως μετά το πρωτάθλημα (2011), η κατάσταση για τον Carter δεν διέφερε πολύ από το προηγούμενο στάδιο της καριέρας του. Βασικός, ένας ακόμη σκόρερ της ομάδας που πλέον ο ρόλος του όλο και μειώνεται, η απόδοσή του όλο και πέφτει. Οι Mavs άδειοι πλέον από την κατάκτηση του πρωταθλήματος και χωρίς τους υπερπολύτιμους Caron Butler και Tyson Chandler περνούν με το ζόρι στα Play Offs και “σκουπίζονται” εύκολα στον πρώτο γύρο από τα τρομερά πιτσιρίκια της Oklahoma των Durant, Westbrook, Harden και Ibaka. Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται ξανά: ο Carter να πηγαίνει σε μία πολύ καλή ομάδα αμέσως μετά την καλύτερη χρονιά της, πάντα σε χειρότερες συγκυρίες, πάντα να αποτυγχάνει. Σύμφωνοι, ποτέ δεν υπήρξε winner, όμως ήταν φανερό πως σε αυτό τον τομέα η τύχη ποτέ δεν ήταν γενναιόδωρη μαζί του. Έτσι, αποφάσισε ότι οι Mavericks θα ήταν η τελευταία ομάδα στην καριέρα του, όπου συνειδητά θα κυνηγούσε ένα δαχτυλίδι. Πλέον θα αγωνιζόταν απλά γιατί γουστάρει το παιχνίδι και αν ποτέ ερχόταν η επιτυχία, θα ήταν καλοδεχούμενη.
Το πιο σημαντικό γεγονός, ωστόσο, συνέβη περίπου 20 αγώνες πριν τη λήξη της χρονιάς. Στα 35 του, ήταν πλέον φανερό ότι το σώμα του δεν άντεχε περισσότερα από 30 λεπτά ανά αγώνα. Έπρεπε να το προστατέψει και να το χρησιμοποιήσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι αποδοτικός όση ώρα βρίσκεται στο παρκέ. Τι έκανε; Συναντήθηκε με τον Rick Carlisle και του ζήτησε να γίνει ο 6ος παίκτης της ομάδας, μια πρόταση που βρήκε σύμφωνο τον προπονητή του. Ο επαναπροσδιορισμός της ταυτότητάς του μπορεί να φαίνεται απλός και ίσως λογικός, κάθε άλλο όμως παρά εύκολος είναι για παίκτες αυτού του βεληνεκούς που είχαν για πολύ καιρό τον κόσμο στα πόδια τους. Δεν είναι εύκολο για οποιονδήποτε άνθρωπο να αποδεχτεί ότι ο χρόνος τον νικάει και πλέον δεν είναι αυτό που ήταν. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι επρόκειτο για έναν 8 φορές All Star και franchise player για σχεδόν μία δεκαετία στις ομάδες του. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι καριέρες υπερπαικτών καταστράφηκαν (Allen Iverson) ή σχεδόν καταστράφηκαν (Carmelo) επειδή έδειξαν παντελή αδυναμία να υποτάξουν το “εγώ” τους και να διαχειριστούν νέους ρόλους, στους οποίους ο κόσμος δεν γύριζε γύρω τους. Ο Carter ανέκαθεν ήταν ένας από τους λιγότερο εγωιστές σταρ και γι’ αυτό κάτι τέτοιο ήταν εφικτό. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα έγινε ένας από τους πιο unselfish τύπους στο πρωτάθλημα.
Παράλληλα, έκανε μια σειρά αλλαγών στην προετοιμασία και την προσωπική του ζωή. Ήδη από το 2008 και την επέμβαση που έκανε στον αστράγαλο, λόγω περιοδικών πόνων έκανε πάντα συγκεκριμένες διατάσεις πριν τους αγώνες και θεραπεία μετά. Από τους Mavericks κι έπειτα πρόσεξε τη διατροφή του, κόβοντας τα αναψυκτικά και τα γλυκά. Φρόντισε ώστε να κοιμάται απαραίτητα 8 ώρες κάθε βράδυ και να πηγαίνει νωρίς στο κρεβάτι. Ξεκίνησε τις κρυοθεραπείες στις περιόδους που ένιωθε αρκετά κουρασμένος. Η όρεξη για δουλειά αυξήθηκε κατακόρυφα και προπονούταν όσο περισσότερο γινόταν. Αυτή η “λεπτομέρεια” ήταν ένα τρομερά σημαντικό στοιχείο, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε ότι ποτέ στην καριέρα του δεν φημιζόταν για το work ethic του. Ως διά μαγείας, τα πάντα είχαν αλλάξει. Όλες αυτές οι συνήθειες έγιναν η νέα ρουτίνα του, την οποία ακολουθούσε πλέον με θρησκευτική ευλάβεια. Όπως έλεγε προφητικά, “τώρα δεν νιώθω τη διαφορά, ξέρω όμως ότι κάποια μέρα θα τη νιώθω”.
Οι παραπάνω αλλαγές του επέτρεψαν να γίνει ένας εξαιρετικά χρήσιμος 6ος παίκτης. Τα νούμερά του αυξήθηκαν αμέσως και στα δύο και κάτι χρόνια σε αυτό τον ρόλο ήταν αποδοτικότερος από τον καιρό που έπαιζε βασικός. Την ίδια στιγμή, ξεκίνησε να εξερευνά και νέους ρόλους. Στους Mavericks μπήκαν τα πρώτα θεμέλια του mentorship για το οποίο θα φημιζόταν τα επόμενα χρόνια και ωφελήθηκαν οι πρώτοι “προστατευόμενοί” του. Ο Jae Crowder ήταν μάλλον η πρώτη τέτοια περίπτωση. Έτσι, ο Carter πλέον ήταν χρήσιμος σε πολλά επίπεδα, ενώ πλέον χάρη στην εμπειρία του άρχισε να θυμίζει παίκτη-προπονητή, ειδικά τα τελευταία χρόνια του. Από εκείνο το σημείο και μετά το status του άλλαξε: ο ανώριμος, τεμπέλης και πολλές φορές παρορμητικός πιτσιρικάς είχε μετατραπεί σε έναν τύπο που είχε να προσφέρει πολλά περισσότερα από πόντους και καρφώματα. Η κοινή γνώμη σχεδόν ξέχασε το παρελθόν του και πλέον έχαιρε σχεδόν καθολικής αναγνώρισης – ναι, υπήρχε ακόμη το γαλατικό χωριό του Toronto. Είχαν περάσει 10 ολόκληρες σεζόν από την απομάκρυνσή του, όμως κανένας στους Raptors δεν το είχε ξεχάσει. Και ναι, οι έντονες αποδοκιμασίες και το ίδιο μαρτύριο συνέχισε να συμβαίνει κάθε φορά που πάταγε το πόδι του στο Air Canada Centre.
O πρώτος γύρος, λοιπόν, ήταν μεν το ταβάνι της ομάδας όλα αυτά τα χρόνια, όμως οι εμπειρίες των 3 χρόνων στο Dallas ήταν η βάση για την εξέλιξή του σε κάτι τελείως διαφορετικό.
Παρ’ όλα αυτά, αν μπορούσαμε να διαλέξουμε μόνο μία αγωνιστική στιγμή του στους Mavericks, θα ήταν δίχως δεύτερη σκέψη το buzzer κόντρα στους Spurs.
Στάδιο 4: Πεταλούδες
Οι ενήλικες πεταλούδες έχουν ελάχιστη σχέση με τον αρχικό οργανισμό. Δεν είναι μόνο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά που διαφέρουν (μάτια, πόδια, κεραίες, φτερά). Οι πεταλούδες δεν μπορούν να μεγαλώσουν άλλο. Έχουν να εκπληρώσουν έναν και μοναδικό σκοπό: να διαιωνίσουν το είδος τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν τρέφονται καθόλου. Ζουν συνήθως μόνο λίγες εβδομάδες. Παρόλο που αυτό το στάδιο είναι ένα μικρό κομμάτι της ζωής τους, είναι αυτό που τις χαρακτηρίζει ως οντότητες, καθώς πλέον έχουν φτάσει στην ολοκλήρωσή τους.
4.1 Η εποχή της ωριμότητας
Φεύγοντας από το Dallas ήταν ήδη πατημένα 37. Οι περισσότεροι σε αυτή την ηλικία έχουν κουραστεί από την αθλητική ζωή. Μετά τα πρώτα -άντα η δυσκολία να αντεπεξέλθει κάποιος σωματικά στον επαγγελματικό αθλητισμό αυξάνεται εκθετικά χρόνο με το χρόνο. Πρέπει να αγαπάς πραγματικά αυτό που κάνεις για να συνεχίζεις, ειδικά όταν έχεις λύσει το οικονομικό σου πρόβλημα χρόνια τώρα.
Πολλοί παίκτες του ΝΒΑ κυνηγούν απεγνωσμένα το δαχτυλίδι σε μεγαλύτερη ηλικία, υπογράφοντας minimum συμβόλαια σε διεκδικητές του τίτλου. Πολλοί παίκτες που υπήρξαν πρωταγωνιστές στα νιάτα τους αγωνίζονται μόνο εάν υπάρχουν αγωνιστικοί στόχοι. Αυτό δεν ίσχυε με τον Carter και εκτός των δηλώσεών του, το αποδείκνυαν οι πράξεις του. Αγαπούσε υπερβολικά το παιχνίδι. Είχε μια διαφορετική κοσμοθεωρία. Ήθελε να αγωνίζεται και όχι να γυαλίζει απλά την άκρη του πάγκου ενός contenter για να πει ότι είναι πρωταθλητής. Γι’ αυτό και δεν σνόμπαρε ομάδες, δεν τις απέκλειε επειδή έχουν νεαρούς και κάνουν rebuild. Απέρριψε συνειδητά το ενδεχόμενο να γίνει κάποια στιγμή πρωταθλητής, γιατί ήθελε όχι απλά να γίνει, αλλά να έχει ρόλο σε αυτό. Αποδέχθηκε πως εφόσον δεν μπορεί να το κάνει, θα συνεχίσει να παίζει μπάσκετ γιατί του αρέσει και τα βρήκε απόλυτα με τον εαυτό του.
“Προέρχομαι από μια εποχή (90’s) όπου πολλοί μεγάλοι παίκτες δεν πήραν δαχτυλίδι. Ξέρω ότι τα καλά μου χρόνια πέρασαν, πως μπορεί να μην πάρω ποτέ πρωτάθλημα. Και είμαι εντάξει με αυτό”.
Επόμενη στάση του ταξιδιού, το Memphis. Η εποχή του grit and grind ήταν γεγονός με σκληρούς τύπους όπως οι Tony Allen και Zach Radolph και ταλαντούχους παίκτες όπως οι Mike Conley και Mark Gasol. Παρά το γεγονός ότι δύο χρόνια πριν οι Grizzlies είχαν φτάσει μέχρι τους τελικούς της Δυτικής Περιφέρειας, στην πραγματικότητα ήταν μία ομάδα από μικρή αγορά και κυρίως με συγκεκριμένο ταβάνι. Ο Carter πήγε εκεί αρχικά ως 6ος παίκτης, πολύ γρήγορα όμως έγινε απλώς ένας παίκτης του rotation. Για πρώτη φορά τα λεπτά συμμετοχής έπεσαν (αρκετά) κάτω από τα 20 και οι πόντοι κάτω από τους 10. Αγωνιστικά, ο νέος ρόλος του άρχισε να γίνεται αυτός του spot shooter από τον πάγκο. Ήταν όμως φανερό πως η κύρια συνεισφορά του πλέον δεν θα ήταν εντός γηπέδου. Έμενε μόνο μια μικρή λεπτομέρεια, ένα ξεκαθάρισμα με το παρελθόν, για να ξεκινήσει κι επίσημα στο νέο του ρόλο.
4.2 Το σπουδαιότερο δαχτυλίδι
Όταν το κουκούλι σπάσει, οι πεταλούδες δεν μπορούν να πετάξουν αμέσως. Τα φτερά τους είναι τσαλακωμένα. Πρέπει να περιμένουν για ένα διάστημα μέχρι να ξεδιπλωθούν πλήρως, το αίμα να κυκλοφορήσει σε αυτά και να γίνουν λειτουργικά. Μόνο όταν αυτό συμβεί μπορούν να πετάξουν και να επιτελέσουν επιτέλους τον σκοπό τους.
Στις αρχές της σεζόν 2014-15 το πρόγραμμα φέρνει τους Grizzlies στο Toronto. Το 2014 συμπληρώνονταν 20 χρόνια από την ίδρυση των Raptors κι έτσι στα εντός έδρας παιχνίδια προβάλλονταν επετειακά video με αντιπάλους που είχαν “τιμήσει” την φανέλα της ομάδας και ήταν κομμάτι της ιστορίας της. Πλέον GM ήταν ο Masai Ujiri. Η τολμηρή ιδέα της διοίκησης ήταν να προβληθεί ένα βίντεο με highlights και δηλώσεις του Vince Carter, με την αφορμή της επίσκεψής του. Παρόλο που είχαν περάσει 10 ολόκληρα χρόνια από την αποχώρησή του, τα συναισθήματα των οπαδών του Toronto ελάχιστα είχαν αλλάξει για τον Vinsanity κι επικρατούσε το ίδιο “πολεμικό” κλίμα. Ωστόσο το ρίσκο πάρθηκε και το βίντεο ξεκίνησε να παίζει κατά τη διάρκεια του ημιχρόνου.
Η δύναμη της συνήθειας δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί. Ακόμη και σε μία τέτοια “επετειακή” περίσταση, η αρχική αντίδραση στο video wall ήταν οι αποδοκιμασίες. Σταδιακά όμως, άρχισαν να ακούγονται κάποια σκόρπια, δειλά χειροκροτήματα. Πολύ σύντομα, αυτά πολλαπλασιάστηκαν και σε δευτερόλεπτα, σαν αλυσιδωτή αντίδραση, μετατράπηκαν σε standing ovation από κόσμο – συμπαίκτες – προπονητικά stuff – αντιπάλους. Μία τέτοια αντίδραση μπορεί να ήταν η κρυφή προσδοκία της διοίκησης και του Carter όταν φτιαχνόταν το βίντεο, αλλά η αλήθεια είναι πως φαινόταν αδιανόητο να το ομολογήσουν φωναχτά στο κλίμα εκείνης της περιόδου.
Ο Carter, δέκα χρονιά μετά, είδε να τον αποδέχεται και πάλι το ίδιο κοινό που τον λάτρεψε και τον μίσησε παράφορα. Έβλεπε να αναγνωρίζονται όλα όσα πρόσφερε στους Raptors και στην πόλη για 6μησι χρόνια. Ό,τι κι αν ήταν αυτό που τον στοίχειωνε, είχε εξαφανιστεί. Μπορούσε να ηρεμήσει, να βρει τη δική του γαλήνη κι επιτέλους να προχωρήσει. Στο παρελθόν έχουν υπάρξει πολλοί παίκτες που επισκέφθηκαν την έδρα της πρώην ομάδας τους, αποθεώθηκαν και συγκινήθηκαν με την αντίδραση. Όμως ελάχιστα δάκρυα υπήρξαν πιο ειλικρινή από αυτά του Carter στις 19 Νοεμβρίου του 2014. Έκτοτε, κάθε συνάντηση στο Air Canada Centre αποτέλεσε γιορτή και για τις δύο πλευρές. Πλέον τα φτερά του ήταν έτοιμα και μπορούσε να πετάξει.
4.3 Από παίκτης, Δάσκαλος
Η τριετία στο Memphis ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκε σε πραγματικά ανταγωνιστική ομάδα και συμμετείχε στα Play Offs. Πλέον ήταν φανερό ότι μπορούσε να αντέξει πολύ λιγότερο χρόνο σε αγωνιστικούς ρυθμούς. Τι έκανε; Αρχικά, αποδέχθηκε το σώμα του. Στη συνέχεια απέκτησε δύο διαφορετικούς και παράλληλους στόχους: ο πρώτος ήταν να συνεχίσει να αγωνίζεται όσο περισσότερο γίνεται και ο δεύτερος να γίνει ένα ζωντανό πρότυπο αθλητή που θα έδειχνε στους νέους τι ακριβώς πρέπει να κάνουν για να πετύχουν.
Διάρκεια
Όσοι/ες βρίσκεστε μετά τα πρώτα –άντα, ίσως θυμάστε αυτό από τη δεκαετία του ’90. Αυτό μου έρχεται αυτόματα στο μυαλό, όποτε σκέφτομαι την διάρκεια της αγωνιστικής καριέρας του Carter: αυτόν που συνεχίζει τη στιγμή που ένας ένας οι γύρω του σταματούν.
“Ακόμη είμαι ερωτευμένος με το παιχνίδι. Τίποτα δεν με γεμίζει όπως αυτό. Δεν έχει να κάνει με χρήματα, δεν κυνηγάω οτιδήποτε. Το κάνω με τον τρόπο μου και το απολαμβάνω πραγματικά. Έχω τη θέληση να τα κάνω όλα για να παίζω. Το μυστικό είναι η διάθεσή μου να κάνω οτιδήποτε χρειαστεί”.
Αυτή ήταν η απάντηση στο κλασικό ερώτημα του πως γίνεται να αγωνίζεται στο ΝΒΑ σε αυτή την ηλικία. Αυτό το “οτιδήποτε χρειαστεί” ήταν μια αδιάλειπτη και σκληρή ρουτίνα για κάθε στιγμή της καθημερινότητας, που ξεκινούσε όταν ξύπναγε και ολοκληρωνόταν όταν έπεφτε για ύπνο. Ρουτίνα που δεν έσπαγε ΠΟΤΕ και για ΚΑΝΕΝΑ λόγο, ενώ κάθε χρονιά που πέρναγε γινόταν όλο και αυστηρότερη. Αυτό ήταν το μεγάλο μυστικό του πως ένας παίκτης που βασιζόταν στην αθλητικότητά του και ήταν τρομερά ευπαθής σε τραυματισμούς έφτασε να θεωρείται πολλά χρόνια αργότερα συνώνυμο της ανθεκτικότητας.
43 χρονών και 45 ημερών (draft class of 1998). Αυτή ήταν η ηλικία του στον τελευταίο αγώνα με τους Knicks στις 11 Μαρτίου 2020. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης, ο δεύτερος γηραιότερος εν ενεργεία παίκτης είναι ο Udonis Haslem (3.5 χρόνια μικρότερος), ενώ αν το πάρουμε με κριτήριο την χρονιά επιλογής, ο Tyson Chandler (draft class of 2001). Σε όλα αυτά τα χρόνια κατάφερε να αγωνιστεί για 22 σεζόν σε 4 διαφορετικές δεκαετίες. Έχει αντιμετωπίσει στην καριέρα του 1668 αντιπάλους, δηλαδή το 37,15% από το σύνολο των παικτών που έχουν αγωνιστεί στο ΝΒΑ. Έχει ζήσει όλους τους ρόλους στην αθλητική του ζωή καθώς υπήρξε ταλέντο, dunker, All Star, franchise player, ήρωας μια πόλης/χώρας, χρυσός ολυμπιονίκης, 6ος παίκτης, rotation player, μέντορας.
Πολλές φορές βλέπουμε τους τελευταίους ενός Τελικού στους Ολυμπιακούς Αγώνες και σκεφτόμαστε αυτόματα ότι είναι αποτυχημένοι επειδή τερματίζουν εκεί. Αυτό που ίσως δεν αντιλαμβανόμαστε είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι οι 7οι, 8οι καλύτεροι στον κόσμο στο αντικείμενό τους. Μάλλον αυτό συμβαίνει με τον Carter στον Τελικό της Διάρκειας κι έχεις την αίσθηση ότι το επίτευγμά του δεν αναγνωρίζεται όσο πρέπει. Ναι, δεν είναι στα μετάλλια, παρά τα 22 χρόνια καριέρας. Παρά το γεγονός πως έχει όχι απλά ξεπεράσει, αλλά επανοηματοδοτήσει τις δυνατότητες διατήρησης του ανθρωπίνου σώματος. Και δεν παίρνει το μετάλλιο γιατί απλώς έχουν υπάρξει άλλοι ακόμη πιο ακραίοι υπεράνθρωποι όπως ο Kareem Abdul-Jabbar, o Michael Jordan, o Tim Duncan, o LeBron James, οι οποίοι διέλυσαν τα όρια της ανθρώπινης βιολογίας. Γιατί δεν είναι λογικό να είναι κάποιος ανταγωνιστικός στα late 30s, πόσο μάλλον να είναι κυρίαρχος. Αυτό όμως δεν κάνει μικρότερο το επίτευγμα του Carter, ο οποίος δεν παύει να είναι μία από τις πιο μοναδικές περιπτώσεις υπερηλίκων αθλητών.
Σε κάθε περίπτωση όμως, οι συμπαίκτες του αντιλαμβάνονται περισσότερο πόσο παράλογο είναι ένας 43χρονος να είναι σε θέση να συναγωνιστεί έστω και για λίγο αθλητικότατους πιτσιρικάδες. Γι’ αυτό ο Evan Turner τον αποκαλούσε Superhero, ενώ ο Jamal Murray θεωρούσε πως αυτός είναι ο λόγος που του δόθηκε το nickname “Half Man, Half Amazing”.
Μentoring
Ο δεύτερος ρόλος ήταν αυτός του παραδείγματος. Ενός σεβάσμιου βετεράνου που θα ένωνε παίκτες και προπονητές. Ο ρόλος αυτός – τουλάχιστον με τη μορφή που το εφάρμοσε ο Carter – προϋποθέτει ένα είδος πνευματικής ωρίμανσης που σπάνια βλέπουμε από αθλητές που υπήρξαν super star. Έτσι, οι τελευταίες 3 χρονιές της καριέρας του ήταν σε ομάδες-νηπιαγωγεία, που βρίσκονταν σε εκτεταμένη φάση rebuild. Σε Kings και Hawks, με συμπαίκτες που σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσαν κυριολεκτικά να είναι παιδιά του.
Σε αυτό τον ρόλο κατάφερε να γίνει όχι απλά καλός, αλλά κορυφαίος, καθώς διέθετε μια μοναδική επιδραστικότητα. Η ιστορία του Duane Ticknor, assistant coach με τον οποίον συνυπήρξαν στο Memphis και το Sacramento, δίνει μια μικρή γεύση γι’ αυτό:
“Μετά από μία ήττα των Kings τους μάζεψε όλους στα αποδυτήρια κι έβγαλε έναν λόγο. Δεν ήταν δραματικός. Με κάποιο τρόπο όμως κατάφερε εύκολα να επικεντρωθούν όλοι σε αυτόν. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους παίκτες. Όταν μίλαγε ήταν ο απόλυτος άρχοντας του δωματίου (πρωτότυπη έκφραση: “He owned the room”)”.
Ο De’Aaron Fox το πήγε λίγο παραπέρα λέγοντας πως “στην πραγματικότητα δεν ήταν παίκτης, αλλά ένας ακόμη προπονητής”.
Η διάθεση να βοηθά τους πιτσιρικάδες ήταν ανεξάντλητη και δεν περιλάμβανε μόνο το αγωνιστικό κομμάτι. Αυτό ήταν μόνο η αρχή, όπως η βοήθεια που παρείχε στον John Collins για την βελτίωση του σουτ του ή στον Cam Reddish για το footwork. Όμως το mentoring του Carter επεκτεινόταν πολύ περισσότερο από αυτό και μακρύτερα από τους συμπαίκτες του. Μιλούσε συχνά με τον Trae Young για το πώς να διαχειριστεί την δόξα και τον ρόλο του σταρ σε μια ομάδα. Τόνιζε σε όλους πόσο σημαντική είναι η διατροφή και η φροντίδα του σώματός τους, μίλαγε ακόμη και για τις καλές σχέσεις που θα έπρεπε να έχουν με το προπονητικό προσωπικό, για να μην δημιουργηθούν προβλήματα στην καριέρα τους. Πίστευε πως το να παίζεις παράλληλα και να δείχνεις στην πράξη όσα λες είναι πάντα καλύτερο από τις απρόσωπες συμβουλές. Σας θυμίζουν κάτι οι θεματικές για τις οποίες μιλούσε;
Λένε πως ακόμη και μετά τη μεταμόρφωση, η ενήλικη πεταλούδα διατηρεί μερική μνήμη των ημερών της ως προνύμφη. Το μέρος του εγκεφάλου, το οποίο παραμένει περίπου το ίδιο, μεταφέρει τη σημαντική βιωματική γνώση στην ενήλικη πεταλούδα.
Στην πραγματικότητα όλες οι δυσκολίες που βίωσε και αντιμετώπισε στην καριέρα του χρησιμοποιήθηκαν ως η πρώτη ύλη, ως κίνητρο για να μετεξελιχθεί σε έναν μέντορα πρώτης γραμμής. Γιατί ανεξαρτήτως εποχής, οι παίκτες αντιμετωπίζουν σε σημαντικό βαθμό ίδιες προκλήσεις. Με λίγα λόγια, ο Carter αφιέρωσε τα τελευταία του μπασκετικά χρόνια για να μεταμορφωθεί σε αυτή την τόσο σημαντική προσωπικότητα που ο ίδιος δεν είχε ποτέ όταν ήταν νεαρός super star – αυτό που κανείς δεν ήταν σε θέση να του προσφέρει γιατί κανείς δεν το είχε ζήσει. Αν υπήρχε ένας τέτοιος άνθρωπος όταν εκείνος είχε το μυαλό πάνω από το κεφάλι και δεν φερόταν πάντα ως επαγγελματίας, ίσως η καριέρα του να ήταν διαφορετική. Αυτό ακριβώς προσπάθησε να εξασφαλίσει για τους νέους και από αυτό έπαιρνε τεράστια ικανοποίηση.
Όσο ωραία κι αν ήταν η εικόνα του να καρφώνει, αυτή η ανιδιοτελής προσφορά του σε νεαρούς παίκτες και εν τέλει στο ίδιο το άθλημα του μπάσκετ φαντάζει ως η πιο ολοκληρωμένη και η πιο όμορφη μορφή του σε ανθρώπινο επίπεδο. Με μία πιο “αριστοτελική” προσέγγιση, ίσως αυτό ήταν η δική του εντελέχεια. Μπορεί, λοιπόν, στα αρχικά στάδια οι περισσότεροι να θαύμαζαν τον Half Man, Half Amazing ως παίκτη, ωστόσο ο απόλυτος σεβασμός και η καθολική αναγνώριση προς την προσωπικότητα “Vince Carter” ήρθε μόνο τα τελευταία χρόνια.
22 χρόνια μετά, τι ξεχωρίζουμε;
Όλοι οι πραγματικά σπουδαίοι παίκτες διέθεταν μοναδικά χαρακτηριστικά, χάρη στα οποία έγιναν εν τέλει αυτό που είναι σήμερα. Ως ένας από τους πιο επιδραστικούς παίκτες της σύγχρονης εποχής, ο Carter ξεχώρισε σε μία σειρά από τομείς. Κάποια χαρακτηριστικά του, ωστόσο, ήταν ακόμη πιο ξεχωριστά και αξίζουν ξεχωριστής αναφοράς.
Τα καρφώματα
Από τους εκατοντάδες τύπους που έχουν καρφώσει στα γήπεδα του ΝΒΑ, λίγοι χαρακτηρίστηκαν ως dunkers, ακόμη λιγότεροι ως καλοί του είδους και μετρημένοι στα δάχτυλα των χεριών ως κορυφαίοι. Τα αθλητικά προσόντα ποτέ δεν σπάνιζαν στο ΝΒΑ, είναι όμως φανερό ότι απαιτούνται αρκετά περισσότερα από αυτά για να μνημονεύεσαι μελλοντικά. Και, όταν έχουν περάσει τύποι όπως ο Dr J, o Air Jordan, ο Dominique Wilkins και ο Shawn Kemp (μεταξύ άλλων), το να ξεχωρίσει κάποιος γίνεται ακόμη πιο δύσκολο.
Ο Carter ήταν ένας από τους πιο προικισμένους αθλητικά παίκτες που πάτησαν τα παρκέ του ΝΒΑ. Με ένα τρομακτικό άλμα, με σώμα που φαινόταν εντελώς ελαστικό όταν απογειωνόταν, ενώ την ίδια στιγμή υπήρχε ένας μοναδικός έλεγχος καθ’ όλη τη διάρκεια της “πτήσης”. Μια έμφυτη εκρηκτικότητα, ένα μοναδικό στυλ, ένας τέλειος συγχρονισμός όλων των μερών του σώματος. H Michele Carter μπορεί να μην έπαιξε ποτέ μπάσκετ, περιέγραψε όμως καλύτερα από τον καθένα το πώς ήταν να καρφώνει ο γιός της: σαν εναέριο μπαλέτο.
Σε αντίθεση με τον συνήθη τρόπο καρφώματος, όπου η κίνηση του χεριού προς τη στεφάνη ξεκινά όταν ο παίκτης βρίσκεται στο μέγιστο σημείο, στα περισσότερα καρφώματα του Carter η κίνηση ξεκινούσε όσο αυτός ακόμη ανέβαινε. Έτσι, τη στιγμή του καρφώματος, το σώμα ήταν στο μέγιστο ύψος – και κάποιες φορές δεν είχε φτάσει καν εκεί. Όλο αυτό έδινε την αίσθηση μιας εντελώς απόκοσμης μηχανικής, που όμοιά της δεν είχε ξαναϋπάρξει.
Για τον ίδιο, τα καρφώματα είχαν εξέχουσα σημασία στην μπασκετική του κοσμοθεωρία: δεν ήταν απλά ένας τρόπος να πετυχαίνεις πόντους, αλλά αναπόσπαστο (και μάλλον το καλύτερο) κομμάτι του παιχνιδιού – ήταν αδύνατο να τα διαχωρίσει. Όπως έχει δηλώσει, ο πρώτος στόχος του ήταν να παίξει στο ΝΒΑ. Ο δεύτερος να κερδίσει τον διαγωνισμό καρφωμάτων. Γι’ αυτό είχε γράψει σε κασέτες και μελετούσε για χρόνια όλους τους προηγούμενους διαγωνισμούς, προσπαθώντας να ανακαλύψει όχι απλά τον τρόπο που έγιναν τα καρφώματα, αλλά ακόμη και τη λογική επιλογής τους και τα μηνύματα που ήθελαν να περάσουν στον κόσμο. Και θα σκεφτεί κάποιος πως τότε ήταν νεαρός, με τρομερή όρεξη, οπότε ίσως όλος αυτός ο ενθουσιασμός ήταν εν μέρει λογικός. Η παραμικρή αμφιβολία, ωστόσο, θα εξανεμιστεί με την ιστορία που ακολουθεί.
Το 2018 οι Atlanta Hawks αντιμετωπίζουν τους Miami Heat. Σε μία στιγμή του αγώνα ο Carter παίρνει την μπάλα στην αριστερή γωνία. Ο αμυντικός έρχεται κατά πάνω του και ο ίδιος – αφού προσποιείται – κατευθύνεται προς το καλάθι για να καρφώσει. Η συγκεκριμένη κίνηση είχε γίνει αμέτρητες φορές στην καριέρα του και σχεδόν πάντα επιτυχημένα. Αυτή τη φορά όμως ο Bam Adebayo πρόλαβε να καλύψει τον κενό χώρο και τον μάρκαρε στον αέρα. Αποτέλεσμα αυτής της πίεσης ήταν ενώ είχε πατήσει γερά, τελικά να αλλάξει γνώμη φοβούμενος την τάπα και απλά να σουτάρει. Μετά το τέλος αγώνα, στα αποδυτήρια, ο Carter για περίπου μισή ώρα ανέλυε στον Kent Bazemore τη συγκεκριμένη φάση καρέ-καρέ. Πόσο πιο γρήγορα θα έπρεπε να είχε πάει, πότε ακριβώς ήρθε πάνω του ο πρώτος αμυντικός, πόσο πιο αριστερά έπρεπε να είχε πατήσει για να καταφέρει τελικά να καρφώσει. Η μισή ώρα όμως δεν του φάνηκε αρκετή. Η ανάλυση συνεχίστηκε και στο αεροπλάνο, στον δρόμο για τον επόμενο αγώνα. Όμως ο χρόνος δεν έφτασε ούτε εκεί κι έτσι ο Carter συνέχισε να του μιλάει για το ίδιο θέμα και στο podcast που είχαν τότε οι δύο τους. Ο Bazemore είπε ότι μέχρι τότε, στα 28 του, δεν γνώριζε ότι υπήρχε επιστήμη του καρφώματος. Όλο αυτό το σκηνικό συνέβη όταν ο Carter ήταν σαράντα ενός (41) ετών.
Ακόμη και στο Toronto, όταν πλέον φανερά ξενερωμένος ζήτησε να αποχωρήσει, ο τρόπος που έδειξε την αδιαφορία του είχε να κάνει με τα καρφώματα. Δεν είπε ότι δεν θέλω να παίξω μπάσκετ, ούτε ότι δεν θέλει να βρίσκεται στην πόλη. Είπε “ I don’t wanna dunk anymore” και άπαντες, γνωρίζοντάς τον, αντιλήφθηκαν τι συμβαίνει. Άλλωστε μιλάμε για τον άνθρωπο που ακόμη και φορώντας κουστουμάκι στα γεράματα, δεν μπορεί να αντισταθεί και να μην ρίξει ένα κάρφωμα.
Εν τέλει, ολοκληρώνοντας την καριέρα του, ο Carter πέτυχε σε αυτό τον τομέα πολλά περισσότερα από τη νίκη σε έναν διαγωνισμό καρφωμάτων. Γνώρισε την λατρεία του κόσμου και τον θαυμασμό, έγινε είδωλο για πολύ κόσμο χάρη στα καρφώματά του. Υπήρξε τόσο μπροστά από την εποχή του, που αν κάποιος δει τα highlights του σήμερα, μπορεί κάλλιστα να τον περάσει για σύγχρονο παίκτη. Κι αυτό είναι κάτι που δύσκολα συμβαίνει στις υπόλοιπες περιπτώσεις των κορυφαίων. Μετά από 22 χρόνια επαγγελματικής καριέρας το αγόρι από το Daytona Beach πληροί όλα τα κριτήρια για να θεωρείται ο καλύτερος dunker που πέρασε ποτέ από το παιχνίδι.
Αλλάζοντας την εικόνα του σταρ
Πολλές φορές όταν μιλάμε για επαγγελματίες αθλητές αναλωνόμαστε αποκλειστικά σε όσα πετυχαίνουν εντός παρκέ και αγνοούμε όλα τα υπόλοιπα. Η εικόνα, ωστόσο, των σταρ του παγκοσμίου αθλητισμού είναι εξίσου σημαντική, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις δημιουργεί κουλτούρα3)Η έννοια της “κουλτούρας” αναφέρεται σε “αξίες, πεποιθήσεις, ταυτότητες, έννοιες που είναι αποτέλεσμα κοινών εμπειριών” (Power et al. 2013: 375) , η οποία με τη σειρά της μπορεί να επηρεάσει τις συμπεριφορές χιλιάδων νέων ανθρώπων και παιδιών που τους παρακολουθούν. Με λίγα λόγια, εκτός από τον εκάστοτε αθλητή, υπάρχει ταυτόχρονα και η περσόνα του, δηλαδή στην ουσία η αντανάκλαση των αξιών του.
Ο Carter μπήκε στο ΝΒΑ στα τέλη των 90s. Στη δεκαετία δηλαδή που μάλλον έχει αποθεωθεί περισσότερο από κάθε άλλη, καθώς είναι αυτή κατά την οποία η λίγκα απέκτησε παγκόσμια απήχηση. Μερικά από τα μεγαλύτερα αστέρια ήταν (πολύ ενδεικτικά) οι Michael Jordan, Scottie Pippen, Patrick Ewing, Karl Malone, Charles Barkley, Shaquille O’ Neal, Gary Payton. Μπορείτε να αλλάξετε τα παραπάνω ονόματα με παίκτες της επιλογής σας, αλλά μάλλον δεν υπάρχει λόγος. Σε πλήρη αρμονία με το μπάσκετ της εποχής, που ήταν πιο δυνατό, πιο σκληρό, με περισσότερη σωματική επαφή και απείρως πιο συντηρητικές κοινωνικές αξίες απ’ ότι σήμερα, ο μέσος σταρ των 90s ήταν ένας τύπος που έπρεπε να είναι πολύ αρρενωπός, που προτάσσει τα μούσκουλά του συνεχώς, που δεν γελάει, που κάνει trash talk, που ρίχνει καμιά ψιλή και δέχεται το ξύλο αδιαμαρτύρητα, που βλέπει τον αντίπαλο ως εχθρό, που δεν έχει άποψη για τίποτα πέρα από μπάσκετ και που δεν έχει ανοχές στη διαφορετικότητα. Όποιος ήταν θύμα παραπάνω συμπεριφορών, αλλά και όποιος δεν γούσταρε/διαμαρτυρόταν/προωθούσε με κάθε τρόπο όλη αυτή τη σαπίλα της ματσίλας και της τοξικής αρρενωπότητας, στιγματιζόταν και κατηγορούταν ως αδύναμος και soft. Προφανώς υπήρχαν εξαιρέσεις όπως για παράδειγμα ο John Stockton ή ο Hakeem Olajuwon πιο ήταν πιο χαμηλού προφίλ ή τύποι όπως ο Craig Hodges που έφερνε την κοινή γνώμη αντιμέτωπη και με πολιτικά ζητήματα. Ακόμη κι αυτοί όμως απλώς πρέσβευαν τα παραπάνω σε μικρότερο ή λιγότερο εμφανή βαθμό, δεν τους εναντιώνονταν. Δυστυχώς ή ευτυχώς, αυτός ήταν ο μαγικός αξιακός κόσμος του ΝΒΑ των 90s και τα πρότυπα αθλητών που έβγαιναν προς τα έξω. Ένας κόσμος στον οποίο η οποιαδήποτε διαφορετικότητα ή η άρνηση αποδοχής των αξιών του αντιμετωπιζόταν ως εχθρός.
Ο Carter όμως δεν ήταν τέτοιος τύπος. Η ταπεινότητα και η ευγένειά του ανήκαν σε άλλη εποχή. Ήταν ένας άνθρωπος γελαστός, που δεν προσπαθούσε να σπάσει τους αντιπάλους με trash talk. Μίλαγε και γέλαγε μαζί τους την ώρα του αγώνα (ειδικά από τη μέση της καριέρας του κι έπειτα), όπως έκανε σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και με το κοινό. Μπορεί όταν κάρφωνε να έκανε αυτές τις ποζέρικες γκριμάτσες για να δείξει πιο “σκληρός”, αυτά όμως σε καμία περίπτωση δεν είχαν σχέση με ασεβείς αντιδράσεις άλλων παικτών. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ποτέ δεν είχε το killer instinct άλλων μεγάλων παικτών της εποχής όπως ο Jordan ή νεότερων όπως οι Kobe-Iverson και ίσως γι’ αυτό δεν συμμετείχε στο πανηγύρι. Αυτή η έλλειψη επιθετικότητας ήταν άλλωστε ένα χαρακτηριστικό για το οποίο τον επέκριναν πολύ συχνά. Ακόμη και ως βετεράνος, το μοντέλο καθοδήγησής του ήταν πλήρως υποστηρικτικό, συμβουλευτικό κι εμψυχωτικό, δίχως τα καψόνια και τις λοιπές επιδείξεις εξουσίας των 90s που βασίζονταν σε μία κουλτούρα βίας. Ο Carter λειτουργούσε όπως θα έπρεπε να λειτουργεί ένας σωστός βετεράνος. Για να γίνει πιο κατανοητό, αν μπορούσε να υπάρξει ένα αδόκιμο character comparison με έναν σημερινό παίκτη του ΝΒΑ, αυτό θα μπορούσε να είναι κάλλιστα με τον αγωνιστικό χαρακτήρα του Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Συνήθως όταν ένας νέος άνθρωπος εισέρχεται σε ένα καινούριο περιβάλλον, προσπαθεί ενστικτωδώς να ενσωματωθεί σε αυτό. Βλέπει πως λειτουργούν οι άνθρωποι γύρω του και μέσω της διαδικασίας της “μίμησης” μαθαίνει σταδιακά να συμπεριφέρεται με έναν τρόπο που έρχεται σε συμφωνία με τις συμπεριφορές του συνόλου και την ήδη υπάρχουσα κουλτούρα. Το σύνολο και η κουλτούρα του άλλωστε είναι οι παράγοντες που καθορίζουν ποιες συμπεριφορές είναι αποδεκτές και ποιες όχι. Αυτός είναι ο βασικός τρόπος με τον οποίο διαιωνίζονται οι συμπεριφορές. Όσο πιο “κλειστός” είναι ένας “χώρος” (πχ αστυνομία, στρατός κλπ), τόσο πιο δύσκολο είναι να μην ακολουθήσει κάποιος την παραπάνω λογική.
Στα τέλη των 90s υπήρξε το τεράστιο ευτύχημα να βρεθούν μαζί στο ΝΒΑ δύο νεαροί παίκτες με πολύ ταλέντο που δεν τους αντιπροσώπευαν οι πολιτισμικές αξίες της εποχής τους και – το κυριότερο – δεν φαίνονταν πρόθυμοι να τις ακολουθήσουν. Αυτοί ήταν ο Tim Duncan και ο Vince Carter. Μπορεί αυτό να μην έγινε απαραίτητα για “ιδεολογικούς’ λόγους και να ήταν απλώς θέμα χαρακτήρα, όμως μικρή σημασία έχει. Μαζί με τον Grant Hill που είχε μπει στη λίγκα λίγα χρόνια νωρίτερα (και ο οποίος επίσης κατηγορήθηκε σκληρά ότι ήταν soft γιατί δεν συμμετείχε στο όλο πανηγύρι), ήταν τρεις νεαροί franchise players που πρέσβευαν το διαφορετικό και στην ουσία είχαν αρχίσει μια μικρή και αθόρυβη πολιτισμική επανάσταση. Την ίδια στιγμή, προς το τέλος της δεκαετίας του 1990 τα σύνορα του ΝΒΑ είχαν ανοίξει και η λίγκα ήταν πλέον πολύ περισσότερο προσβάσιμη σε μη Αμερικανούς παίκτες. Σε αυτό το αόρατο γκρουπ των 3 παικτών προστέθηκαν σταδιακά οι Steve Nash, Peja Stojakovic και Dirk Nowitzki, ενώ στις αρχές των 00s είχαμε τις νέες αφίξεις των Pau Gasol, Tony Parker και Manu Ginobili. Όλοι οι παραπάνω παίκτες έγιναν σταρ (ή σχεδόν σταρ) στις ομάδες τους τα επόμενα χρόνια κι έτσι στις αρχές της νέας δεκαετίας υπήρχαν πλέον κάποιοι έστω franchise players που πρέσβευαν και επικοινωνούσαν ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο κουλτούρας και αξιών. Σε αυτούς τα επόμενα χρόνια θα προστίθονταν κι άλλοι, όμως η αρχή για την απαλλαγή από την τοξική νοοτροπία των 90s είχε ήδη γίνει.
(πηγή εικόνας fadeawayworld.net)
Προφανώς αυτή η αλλαγή δεν ήταν αποτέλεσμα αποκλειστικά λίγων ατόμων, αλλά υπήρξαν μια σειρά από κοινωνικές, πολιτικές και αρκετές άλλες παράμετροι που επέτρεψαν να συμβεί. Η ύπαρξη όμως κορυφαίων παικτών που δεν εναρμονίζονταν με το τότε status quo αποτέλεσε εύφορο έδαφος για να ακολουθήσουν κι άλλες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. Το γεγονός, λοιπόν, ότι στο σημερινό ΝΒΑ οι Zach Radolph, οι Pat Beverley και οι Draymond Green δεν είναι ο κανόνας και οι νέοι σήμερα έχουν ως πρότυπα μπασκετμπολίστες που προβάλλουν διαφορετικές αξίες, είναι μία από τις ευεργετικότερες αλλαγές του σύγχρονου ΝΒΑ, για την οποία ο Vince Carter πρέπει να είναι πολύ περήφανος που έβαλε το δικό του σημαντικό λιθαράκι.
Η δύναμη του κάθε ανθρώπου να αλλάζει και να προσαρμόζεται
Ανεξαρτήτως του φύλου, της κοινωνικής θέσης, του υποβάθρου ή της εργασιακής ιδιότητας του καθενός και της καθεμίας, σκοπός των (περισσοτέρων) ανθρώπων είναι να αξιοποιούν τον χρόνο που τους δόθηκε και να αποκομίζουν κάτι από αυτόν. Με λίγα λόγια, να γίνονται καλύτεροι και σοφότεροι όσο περνούν τα χρόνια.
Αγωνιστικά, ο Carter διαφοροποιήθηκε με τα χρόνια. Παρόλο που τόσο κραυγαλέα μετάλλαξη “ιπτάμενου παίκτη” σε κλασικό σουτέρ θυμάμαι μόνο του Ray Allen, στην τελική υπήρξαν αρκετοί που μεγαλώνοντας έδωσαν μεγαλύτερη βαρύτητα στο σουτ. Και πάλι όμως, όπως συμβαίνει σε πολλούς τομείς της καριέρας του Carter, το μπάσκετ έρχεται και πάλι δεύτερο. Η πνευματική του μετάλλαξη παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Ανέκαθεν ήταν ένας καλός τύπος. Το πώς όμως ο ανώριμος, επιπόλαιος – έως και μαλάκας πολλές φορές – πιτσιρικάς, που ενίοτε παρασυρόταν και τσαντιζόταν μέχρι και σε συνεντεύξεις τύπου, έδωσε την θέση του στον σκεπτόμενο και κουλ τύπο που είδαμε τα τελευταία χρόνια είναι μια απόλυτα επιτυχημένη εξελικτική διαδικασία. Ο άνθρωπος που δεν ήταν δουλευταράς και προσπαθούσε να αποφύγει την προπόνηση αντικαταστάθηκε από ένα πρότυπο αθλητή που ζούσε για το μπάσκετ 24 ώρες το 24ωρο. Αν το να είσαι νέος σημαίνει να κάνεις λάθη και να μαθαίνεις από αυτά, ο Carter ήταν ένας από τους καλύτερους σπουδαστές της νεότητας. Όλα τα παραπάνω συνόψισε απολύτως εύστοχα ο προπονητής των Denver Nuggets, Mike Malone:
“Για μένα βλέπεις την εξέλιξη του Carter. Ενός τύπου που κάρφωνε πάνω από τύπους στους Ολυμπιακούς, πρωταθλητής σε διαγωνισμούς καρφωμάτων κι ένα κινητό highlight όπου έπαιζε. Τώρα είναι στην Atlanta και δεν είναι προφανώς το ίδιο αθλητικός – αλλά ποιος είναι στην τελική; –, αλλά συνεχίζει να τροποποιεί το παιχνίδι του, να αλλάζει με το παιχνίδι και να γίνεται ένα πρότυπο αθλητή στα αποδυτήρια για όλα τα νεαρά παιδιά”.
Αυτό που δεν άλλαξε είναι πως ποτέ δεν επεδίωξε να είναι στο επίκεντρο της προσοχής – ακόμη κι όταν ήταν. Δεν έκανε Farewell Tour, δεν του άρεσαν τα court-exchange και οι φωτογραφίες. Την εξαίρεση γι’ αυτό έκανε μόνο για τους Dwyane Wade και Γιάννη. Όταν άλλοι παίκτες του ζητούσαν να υπογράψει φανέλες, παπούτσια κλπ ποτέ δεν χαλούσε χατίρι, όμως το έκανε πάντα στα αποδυτήρια. Στα δύο χρόνια του στους Hawks δεν τράβηξε ποτέ τα φώτα πάνω του, εκτός από τη βραδιά που πέρασε τους 25.000 πόντους και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Όταν ρωτήθηκε αν θα ήθελε να δημιουργηθεί έξτρα θέση στο All Star Game, στα πρότυπα των Dirk/Wade η απάντηση ήταν: “Γιατί να θέλω κάτι τέτοιο”; Ήταν συνειδητοποιημένος και παρέμεινε σταθερός ως το τέλος σε μία στάση που είχε χαράξει σε όλο το δεύτερο κομμάτι της καριέρας του.
Αντί Επιλόγου
“Το να δεις τη φανέλα σου στην οροφή ενός γηπέδου είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να δει ένας παίκτης. Θα ήταν από τις καλύτερες στιγμές της ζωής μου, δίπλα σε αυτή του πτυχίου και των παιδιών μου. Μια τέτοια κίνηση θα μου άρεσε και θα με τιμούσε, όμως η αλήθεια είναι πως δεν το σκέφτομαι και πολύ”.
Η λογική λέει πως οι Raptors κάποια μέρα θα αποσύρουν τη φανέλα με το Νο15 και θα τιμήσουν τον πιο επιδραστικό παίκτη της ιστορίας τους. Είναι το λιγότερο που θα μπορούσαν να κάνουν ως ένδειξη σεβασμού οι ίδιοι, η πόλη του Toronto και συνολικά η χώρα του Καναδά. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό έχει ελάχιστη σημασία για το legacy του Carter.
Ο Vince Carter ανήκει περισσότερο στην κατηγορία των αθλητών που πίστευαν ότι το παιχνίδι ήταν μεγαλύτερο από το αποτέλεσμα. Αυτών που δεν έμαθαν ή ίσως δεν τους ενδιέφερε ποτέ να μάθουν πώς να κερδίζουν. Αυτών που παρ’ ότι δεν ήταν γεννημένοι νικητές γέμιζαν με αστερόσκονη την μπασκετική πραγματικότητα χιλιάδων ανθρώπων. Αυτών που λατρεύουμε, παρόλο που δεν έγιναν ποτέ οι παίκτες που είχαν τη δυνατότητα να γίνουν, παρόλο που δεν έβαλαν στα χέρια τους τα δαχτυλίδια που θα μπορούσαν να βάλουν. Παίκτες όπως οι Pete Maravich, Shawn Kemp, Jason Williams, Tracy McGrady, Grant Hill, Allen Iverson και τόσοι άλλοι, που παρόλα αυτά θα βρίσκονται στο ανώτερο επίπεδο του θαυμαστού κόσμου των μπασκετικών υπερηρώων. Παίκτες που θα τους θυμόμαστε πάντα χαμογελώντας, γιατί αυτό που έμενε από το παιχνίδι τους ήταν ένα έντονο συναίσθημα αγνής καύλας. Σε τελική ανάλυση γι’ αυτό το συναίσθημα δεν ζούμε όλοι και όλες;
Dear @mrvincecarter15,
Thank you for inspiring a nation to believe.
Thank you for laying the foundation of basketball in Canada.
Thank you for letting us fly with you.
Thank you for a lifetime of memories.
Love, Canada pic.twitter.com/vTkWLfss4M
— Toronto Raptors (@Raptors) June 25, 2020
Βιβλιογραφία
Barhight, L. R., Hubbard, J. A., Grassetti, S. N., & Morrow, M. T. (2017). Relations between actual group norms, perceived peer behavior, and bystander children’s intervention to bullying. Journal of Clinical Child & Adolescent Psychology, 46(3), 394-400.
Bianchi, G. (2020, July 28). Q&A: Brad Daugherty on joining NBC Sports, NASCAR and discovering Vince Carter. The Athletic. Ανάκτηση από
Coreen, E. (2020, June 22). Why many Raptors fans refuse to forgive Vince Carter and how Carter can fix it. The Athletic. Ανάκτηση από
Dodson, A. (2019, February 5). THANK VINCE CARTER FOR MICHAEL JORDAN’S START IN HIS LAST ALL-STAR GAME. The Undefeated. Ανάκτηση από
https://theundefeated.com/features/vince-carter-michael-jordan-nba-all-star-2003/
Garaigordobil, M., & Machimbarrena, J. M. (2017). Stress, competence, and parental educational styles in victims and aggressors of bullying and cyberbullying. Psicothema, 29(3), 335-340.
Grange, M. (2014). Why it’s time to forgive Vince Carter. Sportsnet. Ανάκτηση από
https://www.sportsnet.ca/basketball/its-time-to-forgive-vince/
Golliver, B. (2020, June 28). Vince Carter, born to fly like Michael Jordan, claimed his own airspace. The Washington Post. Ανάκτηση από
Jussim, M. (2018, June 7). How athletes train: Vince Carter. Furthermore/from Equinox. Ανάκτηση από
Keown, T. (2020, June 27). From the archives: MJ comparisons and MVP expectations – When Vince Carter was NEXT. ESPN. Ανάκτηση από
https://www.espn.com/nba/story/_/id/29366356/mj-comparisons-mvp-expectations-vince-carter-was-next
Kirshner, C. (2019, January 7) Q&A: Carter on his Toronto legacy, if he would like to retire there and more. The Athletic. Ανάκτηση από
Kirshner, C. (2019, March 14). The secret to Carter’s longevity is in the commitment. The Athletic. Ανάκτηση από
Kirschner, C. (2020, March 12). ‘The game’s been good’: Vince Carter might have played his final NBA game. The Athletic. Ανάκτηση από
Kosmider, N. (2020, January 7). Jamal Murray has long idolized Vince Carter, but the respect cuts both ways. The Athletic. Ανάκτηση από
Lou, W. (2020, June 26). Vince Carter’s impact on Toronto basketball will never be forgotten. Yahoo!Sports. Ανάκτηση από
https://ca.sports.yahoo.com/news/vince-carter-will-always-be-a-legend-in-toronto-130915073.html
Maunder, R. E., & Crafter, S. (2018). School bullying from a sociocultural perspective. Aggression and violent behavior, 38, 13-20.
Menard, S. (Director). (2017). The Carter Effect [Motion Picture]
Merrin, G. J., Espelage, D. L., & Hong, J. S. (2018). Applying the social-ecological framework to understand the associations of bullying perpetration among high school students: A multilevel analysis. Psychology of violence, 8(1), 43.
Murphy, B. (2019, Devember 17) Why the 15th anniversary of the Vince Carter trade is the perfect time to put it into its new and complete perspective. The Athletic. Ανάκτηση από
Power, J. L., Brotheridge, C. M., Blenkinsopp, J., Bowes-Sperry, L., Bozionelos, N., Buzády, Z., Chuang, A., Drnevic, D., Garzon-Vico, A., Leighton, C., Madero, S. M., Mak, W. M., Mathew, R., Monserrat, S., I., Mujtaba, B. G., Olivas-Lujan, M. R., Polycroniou, P., Sprigg, C. A., Axtell, C., Holman, D., Ruiz-Gutierrez, J. A., & Obiajulu Nnedumm, A. U. (2013). Acceptability of workplace bullying: A comparative study on six continents. Journal of Business Research, 66(3), 374-380.
Rosenthal, S., Zhang, J., Das, M. (2020, April 19). Vince Carter’s 10-year beef with Toronto included Nelly, a possible body slam, and so many injuries. Secret Base, SB Nation. https://www.youtube.com/watch?v=lPHSr2keNBY
Schultz, J. (2020, January 26). Schultz: Vince Carter, Kobe Bryant shared a bond only rivals can know. The Athletic. Ανάκτηση από
Scotto, M. (2019, January 18). Q&A. Vince Carter on the ‘what if’ of his time in Toronto and rejuvenating his career with Jason Kidd and the Nets. The Athletic. Ανάκτηση από
Shadmanfaat, S. M., Howell, C. J., Muniz, C. N., Cochran, J. K., Kabiri, S., & Fontaine, E. M. (2020). Cyberbullying perpetration: An empirical test of social learning theory in Iran. Deviant Behavior, 41(3), 278-293.
Singh, D. COACH CARTER. Sportsnet. Ανάκτηση από
https://www.sportsnet.ca/basketball/nba/vince-carter-atlanta-hawks-mentor-big-read/
Spears, M. J. (2017, November 9). Vince Carter Diary: Chapter 20, Part II. The Undefeated. Ανάκτηση από
https://theundefeated.com/features/nba-sacramento-kings-vince-carter-diary-chapter-20-part-2/
Sportskeeda (2020, June 6). Farewell, Vince Carter? An incredible 22-year NBA career in numbers. Sportskeeda. Ανάρτηση από
Weiss, J. (2020, January 3). As Vince Carter enters the four-decade club, his principles reflect on his remarkable longevity. The Athletic. Ανάκτηση από
Wolfond, J. (2020). Vince Carter showed that there’s grace in sticking around. The Score. Ανάκτηση από
Johnny Koutsourakis
Latest posts by Johnny Koutsourakis (see all)
- Fantastic Beasts and Where to Find Them: Season VIII, Chapter 13 - February 5, 2024
- Fantastic Beasts and Where to Find Them: Season VIII, Chapter 12 - January 29, 2024
- Fantastic Beasts and Where to Find Them: Season VIII, Chapter 11 - January 22, 2024
- Fantastic Beasts and Where to Find Them: Season VIII, Chapter 10 - January 15, 2024
- Fantastic Beasts and Where to Find Them: Season VIII, Chapter 9 - December 25, 2023
↑1 | Στο παρελθόν αντίστοιχη κίνηση είχαν κάνει ο Doug Collins για τον John Havlicek το 1978, ο Isaiah Thomas για τον Julius Erving το 1987 και ο Tim Hardaway για τον Magic το 1992 |
---|---|
↑2 | Φράση από το ποίημα “Που χάθηκες κοριτσάκι;” του Μενέλαου Λουντέμη |
↑3 | Η έννοια της “κουλτούρας” αναφέρεται σε “αξίες, πεποιθήσεις, ταυτότητες, έννοιες που είναι αποτέλεσμα κοινών εμπειριών” (Power et al. 2013: 375) |