Ντέρμπι στην «Μπάσκετ Σίτι»: μια τοιχογραφία

Posted on May 13 2022 - 3:15am by Aris Tolios

Το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 40 του περιοδικού HUMBA!

Ως συνήθως, ευχαριστούμε για την φιλοξενία του στις πολύ όμορφες σελίδες του και ελπίζουμε να στηρίξετε και να απολαύσετε και το τελευταίο του τεύχος.

Οι οπαδοί έχουν γεμίσει το γήπεδο ασφυκτικά. Όλα τα (μπασκετικά) βλέμματα της χώρας έχουν στραφεί εκεί. Κοιτάζουν το ζέσταμα του Carlton Myers. Του John Crotty. Του Zoran Savić. Του Arijan Komazec. Του μακαρίτη του Conrad McRae. Του «νατουραλιζέ» Dan Gay. Των διεθνών Ιταλών Abbio, Binelli, Morandotti, Vescovi, Frosini, Ruggeri και του σπουδαίου Walter Magnifico – πλέον στο λυκαυγές της καριέρας του. Και φυσικά, του Κώστα Παταβούκα και του Μπάνε Πρέλεβιτς.

Ωστόσο, στις εξέδρες το ενδιαφέρον είναι μεγαλύτερο. Ξαφνικά, ένα… τεράστιο pacman ξεφυτρώνει στις κερκίδες πίσω από τη μπασκέτα των γηπεδούχων. Το pacman είναι φτιαγμένο από δύο μεγάλες κίτρινες λαμαρίνες, έχει ένα μεγάλο μπλε “F” πάνω του, αρχίζει και κινείται κατά μήκος του «πετάλου» και περνάει από σειρά σε σειρά, από πάνω προς τα κάτω. Διάσπαρτα μέσα στο «πέταλο», μερικοί «τιφόζι» κρατούν άσπρα μπαλόνια με ένα μεγάλο μαύρο “V” και ένα αστέρι στο κέντρο ζωγραφισμένα πάνω τους. Καθώς το pacman φτάνει πάνω τους τα «αντίπαλα» μπαλόνια δεν έχουν ελπίδα: οι κοφτερές λαμαρίνες του pacman, δηλαδή το «στόμα» του που ανοιγοκλείνει, σκάνε τα μπαλόνια με το που τα ακουμπάνε, υπό τα «όλε-όλε» των οπαδών.

Δείτε (ή πατήστε εδώ αν δεν ανοίγει) στο παρακάτω βίντεο το πρώτο λεπτό.

Καλώς ήλθατε στον απόλυτο μπασκετικό εμφύλιο μέσα στην ίδια πόλη, την Bologna. Ξεχάστε το Άρης – ΠΑΟΚ και το Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, τα «σαλονάτα» Real – Estudiantes και Barcelona – Joventut ή ακόμα και το οριακά «ποινικό» Ερυθρός Αστέρας – Partizan. Το πιο μπασκετικό ντέρμπι στην Ευρώπη ήταν, είναι και θα είναι στη «Μπάσκετ Σίτι». Virtus1)Ή Knorr, Buckler, Kinder, Candy, Sinudyne, Granarolo, VidiVici, Segafredo και τόσα ακόμα εναντίον Fortitudo2)Ή Teamsystem, Paf, Filodoro, Cassera, Mangiaebevi, Climamio, Skipper, UPIM, Lavoropiù και τόσα ακόμα..

A Tale of One (Basket) City

Φυσικά, πολλοί μπορούν να διαφωνήσουν. Υπήρχαν ντέρμπι τα οποία έχουν μεγαλύτερη διαχρονικότητα ή περισσότερους τίτλους και πιο ίσα διαμοιρασμένους μεταξύ των αντίπαλων. Η ιστορία των δύο ομάδων της Bologna πιθανότατα δεν τις τοποθετεί καν στο βάθρο των σπουδαιότερων της Ιταλίας. Η Olimpia Milano των 28 πρωταθλημάτων και τριών ευρωπαϊκών έχει τους περισσότερους εγχώριους τίτλους και η Varese των δέκα πρωταθλημάτων και πέντε ευρωπαϊκών έχει τους περισσότερους διεθνείς τίτλους – στην καλύτερη των περιπτώσεων, η Virtus είναι η τρίτη «ιστορικότερη» (sic) της Ιταλίας, με 15 πρωταθλήματα και δύο ευρωπαϊκά – για την Fortitudo, ούτε συζήτηση. Με δύο πρωταθλήματα και μηδέν διεθνείς τίτλους, δεν έχει καμία θέση στην ελίτ των ιταλικών ομάδων.

Η Virtus, έχοντας ιδρυθεί το 1929 είναι το αρχαιότερο μπασκετικό κλαμπ της Ιταλίας και ένα από τα αρχαιότερα της Ευρώπης, ενώ η Fortitudo ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα, το 1932. Για πολύ μεγάλο διάστημα, μάλιστα, η Virtus δεν είχε ως «αιώνιο» αντίπαλο την Fortitudo, αλλά την Gira, μια ομάδα που ιδρύθηκε από Ιταλούς φοιτητές στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Φυσικά, η Gira δεν αποτέλεσε ποτέ πραγματικό αντίπαλο δέος για την Virtus (31 νίκες σε 36 μεταξύ τους αναμετρήσεις) και όταν ξεκίνησε τα ανεβοκατεβάσματα σε κατηγορίες, δημιουργήθηκε ένα κενό που κάπως έπρεπε να καλυφθεί σε μια πόλη που «έσταζε» μπάσκετ και στην οποία είχε ήδη φέρει έξι μεταπολεμικά πρωταθλήματα η Virtus.

Έτσι, οι απαρχές της Bologna ως «Μπάσκετ Σίτι» ταυτίζονται με το ντέρμπι της πόλης όπως το γνωρίσαμε και εντοπίζονται στα μέσα της δεκαετίας του ’50 με την θεμελίωση του “PalaDozza”, ενός κλειστού χώρου, με χρήσεις – εκτός των άλλων – γηπέδου μπάσκετ και με στόχο να βρεθεί στο επίκεντρο μιας γενικότερης κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης της περιοχής της Reggio Emilia. Η ανέγερση ενός σύγχρονου και κυρίως, κοινού γηπέδου για τις Virtus και Fortitudo μπορούσε να τροφοδοτήσει, όχι μόνο την ανάπτυξη τους αλλά και την ανάπτυξη της κόντρας τους. Από όταν η Fortitudo απορρόφησε την Sant’ Agostino και ανέβηκε στην πρώτη κατηγορία και συγκεκριμένα από την πρώτη τους αναμέτρηση στις 15 Δεκεμβρίου 1966, οι δύο ομάδες έχουν συναντηθεί 110 φορές με την Virtus να έχει 63 νίκες και την Fortitudo 47. Και μπορεί στο πρώτο ντέρμπι, οι 30 πόντοι του Gianfranco Lombardi να αρκούσαν στη “Vu Nere”3)δηλαδή το «μαύρο V». Δηλαδή, Virtus για να τραβήξει το «πρώτο αίμα», αλλά οι επτά νίκες της “Effe”4)δηλαδή το λατινικό γράμμα “F”. Δηλαδή, Fortitudo στα επόμενα εννιά ντέρμπι, υπό την ηγεσία του Gary Schull έδειξαν ότι μπορεί να υπάρξει αντίπαλο δέος στη Βίρτους, που κόντεψε να υποβιβαστεί το 1971. Σε ένα από τα πιο γνωστά ντέρμπι στην Ιστορία της πόλης, ο Schull σκίστηκε στο φρύδι και παρά την ακατάσχετη αιμορραγία, έπαιξε μέχρι το τέλος και οδήγησε την Fortitudo στη νίκη και έκανε τον εαυτό του εμβληματική αφίσα στα δωμάτια εκατοντάδων παιδιών της Bologna.

Την πορεία της Virtus άλλαξαν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70 οι Αμερικανοί John Fultz και Terry Driscoll(#4 του draft του 1969)) και ο επίσης Αμερικανός προπονητής – θρύλος Dan Peterson, φτάνοντας μέχρι την κατάκτηση του πρωταθλήματος το ’76, δημιουργώντας ένα εγχώριο αντίπαλο δέος για την μυθική Varese. Σε αυτή την πενταετία, η Virtus είχε μόνο νίκες έναντι της Fortitudo – σερί που έσπασε η τελευταία στο πρώτο ντέρμπι της δεκαετίας του ’80 χάρη στον Maurizio Ferro. Ο Ferro, γέννημα – θρέμμα Μπολονέζος και προϊόν των ακαδημιών της Fortitudo, έμεινε στην Ιστορία για δύο πράγματα: ήταν ιδρυτικό μέλος της “Fossa dei Leoni”, του θρυλικού συνδέσμου οπαδών της Fortitudo (βλ. παρακάτω) και το καλοκαίρι του ’81, διέβη τον Ρήνο και μετακινήθηκε για έναν χρόνο στη Virtus.

Η Virtus συνέχισε είναι ανταγωνιστική σε όλη τη δεκαετία του ’80, οπότε και πρόσθεσε το αστέρι στο σήμα της (χάρη στο δέκατο πρωτάθλημα και νταμπλ του ‘84), μοιραζόμενη την εγχώρια ισχύ μαζί με τις Tracer Milano και Scavolini Pesaro, ενώ είχε και μερικές συμπαθητικές πορείες στην Ευρώπη. Την ώρα που στον πάγκο της κάθονταν θρύλοι όπως ο Aca Nikolić και ο Krešimir Ćosić, την ώρα που έφερνε παίκτες με πολυετή θητεία στο ΝΒΑ όπως οι Michael Ray Richardson και Jan van Breda Kolff, την ώρα που «ανέθρεφε» Ιταλούς διεθνείς όπως οι Vilalta, Brunamonti, Binelli και Bonamico5)Ο Gianluigi Porelli, κορυφαίος παράγοντας της Virtus για πάνω από δυο δεκαετίες, είχε απαντήσει τότε σε ερώτηση του Gianfranco Civolani αν το να υποστηρίζεις τη Virtus στην Bologna είναι της μόδας με το υπέροχο «να υποστηρίζεις τη Βασίλισσα στην Αγγλία είναι της μόδας;», η Fortitudo ισορροπούσε μεταξύ Serie A και Serie Α2.

Ωστόσο, ότι ξέρουμε για τις ομάδες και την μεταξύ τους κόντρα, το αντλούμε από την δεκαετία του ’90, όταν η Bologna έγινε μια από τις μπασκετικές πρωτεύουσες της Ευρώπης και οι δύο ομάδες προσέλκυσαν τεράστια αστέρια, χάρη στην μανία των προέδρων Alfredo Cazzola (Virtus) και Giorgio Seragnoli (Fortitudo), τα οποία άμεσα έγιναν κομμάτι της κόντρας.

Η άφιξη του Saša Danilović το 1992 ως αντικαταστάτη του Jurij Zdovc, αμέσως μετά τον επικό τίτλο της Partizan επί της Joventut στην Κωνσταντινούπολη εκτόξευσε την Virtus κατευθείαν στην κορυφή της Ιταλίας. Για τρία χρόνια και υπό την καθοδήγηση ενός νεαρού προπονητή ονόματι Ettore Messina, η Virtus κατέκτησε τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα και μπήκε στα ελίτ κλαμπ της Ευρώπης. Την ίδια ώρα, ωστόσο, οι παραδοσιακές δυνάμεις (Olimpia Milano, Scavolini Pesaro) έδιναν την σκυτάλη σε νέες μπασκετικές μητροπόλεις όπως η Τεργέστη (Stefanel) και το Τρεβίζο (Benetton), όμως εν τέλει, τα χρήματα του Seragnoli ήταν αυτά που προσέλκυαν ότι καλύτερο κυκλοφορούσε στην Ιταλία. Έτσι, πλάι στον κορμό των Blasi, Aldi, Gay, Pilutti, Frosini, η Fortitudo πρόσθεσε παίκτες όπως οι Aleksandar Đorđević, Carlton Myers, Vincenzo Esposito, Conrad McRae, Eric Murdock, κά.

Το παράθυρο ευκαιρίας που άνοιξε με την φυγή του Danilović στο ΝΒΑ από το 1995 ως το 1997 έδωσε την ευκαιρία στην Fortitudo να υπερσκελίσει την αντίπαλο της με επτά νίκες σε οκτώ παιχνίδια (και ένα «σκούπισμα» στους ημιτελικούς του ’97) μεταξύ τους, αλλά και τις δύο χρονιές σκόνταψε στους τελικούς απέναντι στις Stefanel και Benetton αντίστοιχα.

Η επάνοδος του Danilović , μετά από δύο καλά, αλλά πυκνά σε τσακωμούς και τραυματισμούς, χρόνια στο ΝΒΑ, έφτασε στην κορύφωση της, τόσο την κόντρα με την Fortitudo σε όλα τα επίπεδα, όσο και το επίπεδο της Virtus, η οποία σε αυτό το διάστημα ήταν η καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη, έχοντας ένα από τα πιο λαμπρά ρόστερ όλων των εποχών – την ασπρόμαυρη φανέλα της “Vu Nere” φόρεσαν οι Danilović, Rigaudeau, Sconochini, Savić, Nesterović, Frosini, Edwards, Οικονόμου, Andersen, Griffith, Jarić, Smodiš, Ginobili, Bonora, Granger, Bečirovič. Η ομάδα του Messina από το ’97 ως το ’02 κατέκτησε δύο πρωταθλήματα6)Το δεύτερο το 2001, το τελευταίο της για τα επόμενα 20 χρόνια, μέχρι πέρυσι, τρία κύπελλα, ενώ έπαιξε και σε τέσσερις τελικούς Ευρωλίγκας, κατακτώντας τους δύο.

Στην ίδια πενταετία, η Fortitudo έφτασε επίσης σε πολύ μεγάλα ύψη, με τέσσερις ιταλικούς τελικούς και μία κατάκτηση πρωταθλήματος (την πρώτη της), ένα ιταλικό κύπελλο, ενώ βρέθηκε δύο φορές στις τέσσερις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης, όπου και τις δύο σταμάτησε πάνω στην Virtus. Παρότι στερήθηκε δύο πρωταθλήματα και δύο τελικούς Ευρωλίγκας από την μισητή εχθρό της, η Fortitudo είχε κι αυτή άπειρα αστέρια να επιδείξει – τη φανέλα της φόρεσαν οι Myers, Gay, Wilkins, Rivers, Fučka, Chiacig, Attruia, Mulaomerović, Karnišova, Jarić, Betts, Basile, Damiao, Vranković, Galanda, Bowie, Gill, Meneghin, De Pol, Žukauskas, Milič, Kovačić, Goldwire, Marcelic.

Από το 2002 και μετά, τα μπολονέζικα ντέρμπι σχεδόν σταματούν. Στα επόμενα δέκα χρόνια, εγχώρια κυριαρχεί αρχικά η Benetton και στη συνέχεια, ισοπεδώνει τον ανταγωνισμό η Siena του Pianigiani (με ένα διάλειμμα για τον δεύτερο και τελευταίο τίτλο της Fortitudo το 2005), ενώ με την δίωξη του Minucci για φοροδιαφυγή και την αφαίρεση τίτλων από την τελευταία για τη διετία 2011-13, το ιταλικό μπάσκετ σφραγίζει την παρακμή του και την υποβάθμιση του εκτός διεκδίκησης ευρωπαϊκών τίτλων μέχρι και σήμερα. Είχε προηγηθεί όμως η καταστροφή για τους δύο της Μπολόνια: η μεν Fortitudo αποκλείστηκε από την Επιτροπή Οικονομικού Ελέγχου από την Ιταλική Ομοσπονδία και διαλύθηκε το 2010, η δε Virtus βίωσε πρώτα τον αποκλεισμό της από την Ιταλική Ομοσπονδία από το 2003 ως το 2005, καταφέρνοντας όμως να συγχωνευθεί με την Progresso Castel Maggiore, μια ομάδα της Α2.

Η Virtus, παρότι κατάφερε να αποκαταστήσει την Ιστορία και ονομασία της και ανέβηκε στην Serie A το 2005, τα επόμενα χρόνια αποτέλεσε κάτι ανάμεσα στην ομάδα που θα έκανε σκόνη η Siena στους τελικούς και μια απλή μετριότητα, μέχρι εν τέλει να βγει 16η το 2016 και να υποβιβαστεί. Εκείνο το καλοκαίρι, ανέλαβε τις τύχες της ο Massimo Zanetti, γνωστός και ως πρώην γερουσιαστής του Berlusconi, αλλά ακόμα πιο γνωστός και ως ιδιοκτήτης της Segafreddo ή “Mr. Coffee”. Η ομάδα ανέβηκε κατευθείαν κατηγορία και κατάφερε να προσελκύσει μερικά εξαιρετικά ονόματα τα επόμενα χρόνια (Teodosić, Belinelli, Marković, Hunter, Punter, Weems, Gamble, Gaines, Ricci και προπονητή τον Đorđević), χωρίς μολαταύτα να μπορεί να αποτελεί σοβαρό αντίπαλο δέος για την Milano του… Ettore Messina7)Σημείωση: το κείμενο δημοσιεύτηκε το Μάιο του 2021. Τέσσερις εβδομάδες μετά, η Virtus ισοπέδωσε την Armani στους τελικούς της Serie A με 4-0 #that_aged_well.

Όσο για την αιώνια αντίπαλο της, ένα γκρουπ επιχειρηματιών ανέστησε τη Fortitudo το 2013 με νέο όνομα Fortitudo Bologna 103 και ξεκινώντας από την τέταρτη κατηγορία, την ανέβασαν σιγά-σιγά στη LegaBasket Serie  Α για τη σεζόν 2018-19. Μαζί τους, επέστρεψαν τα ντέρμπι της Bologna: επέζησαν από οικονομικές δυσκολίες και – το κυριότερο – οικονομικά σκάνδαλα, χωρίς, βεβαίως, να είναι κάτι άλλο από σκιά του παλαιότερου εαυτού τους.

Στη «Φωλιά των Λιονταριών»

Καταρχάς, μια σημαντική παρατήρηση είναι ότι μιλάμε για το πιο «αμιγές» μπασκετικό ντέρμπι. Στο Βελιγράδι, στο Τελ Αβίβ, στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη, η μπασκετική κόντρα είναι βασικά μια μεταφορά της ποδοσφαιρικής. Στην ευρύτερη Βαρκελώνη ή Μαδρίτη, η Joventut και η Estudiantes αντίστοιχα είναι κατ’ εξοχήν μπασκετικά κλαμπ, αλλά η Barcelona και η Real δεν είναι.  Στη Bologna, ωστόσο, καμία από τις δύο ομάδες δεν έχει αντίστοιχο ποδοσφαιρικό παράρτημα, ενώ και η ίδια η πόλη στο ποδόσφαιρο έχει κυρίως την τοπική ομάδα, η οποία είναι μεν μια από τις ιδρυτικές της Serie A, αλλά είχε ελάχιστες επιτυχίες μεταπολεμικά και καθόλου τα τελευταία πενήντα χρόνια. Αυτό σημαίνει πως μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ιταλίας ήταν διαθέσιμη για να την καταλάβει ένα αποκλειστικά τοπικό αποκλειστικά από μπασκετικά κλαμπ ντέρμπι.

Κατά δεύτερον, ποιος είπε όμως ότι τα ντέρμπι κρίνονται ή χαρακτηρίζονται μόνο από τις επιτυχίες; Το ψηφιδωτό στη δεκαετία του ’90, ακριβώς τη στιγμή που οι δύο ομάδες εκτοξεύονταν (για καμιά δεκαετία) στην elite της Ευρώπης και το ίδιο και τα μπάτζετ πανευρωπαϊκά, επιτρέποντας τον σχηματισμό πρώιμων “superteams” έδινε στην «Μπάσκετ Σίτι» όλο το πρεστίζ που χρειαζόταν για να τραβήξει τα βλέμματα. Και οι οπαδοί ήταν εκεί για να ανάψουν την φλόγα που θα καίει για πάντα στην Ιστορία.

Και μπορεί η Virtus να έχει περισσότερους τίτλους, νίκες και αίγλη έναντι της συμπολίτισσας της, όμως η Fortitudo έχει κερδίσει την μάχη της εξέδρας, χάρη στους “Fossa dei Leoni” (η «φωλιά του λιονταριού»). Το κορεό με το pacman που αναφέρθηκε στην αρχή είναι μόνο μία από τις επινοήσεις των οπαδών της Fortitudo. Από τα κυριολεκτικά αμέτρητα κορεό τους (μπορούμε μόνο να σας ενθαρρύνουμε να ψάχνετε ασταμάτητα στο διαδίκτυο για βίντεο), ξεχωρίζουμε άλλα τρία.

Στο πρώτο το πέταλο χωρίζεται στα δύο από μια λευκή γραμμή, σαν τείχος: η μια πλευρά βάφεται στα μπλε με εξαίρεση 2-3 σημεία που οπαδοί σχηματίζουν πλοία ενώ στην άλλη υπάρχει ένα μεγάλο πανό που λέει “Troia” και έχει το σήμα της Βίρτους8)Στα ιταλικά, “Troia” ονομάζεται η Τροία (χρήσιμο για την παράγραφο που διαβάζετε), αλλά και αυτό που συχνά οι οπαδοί αποκαλούν την ομάδα που μισούν… ή τις μητέρες των οπαδών της. Ξαφνικά, μέσα στη μπλε «θάλασσα» ξεπροβάλει ένας «δούρειος ίππος» ο οποίος κινείται προς το πανό “Troia”, περνάει τα τείχη και με το που το υπερκαλύπτει, εκείνο το μισό αλλάζει σε λευκό, σχηματίζοντας το «μπιανκομπλού» (γαλανόλευκο) πέταλο.

Στο δεύτερο, χαμηλά στο πέταλο διαφαίνεται ο πλανήτης Γη και σιγά σιγά ανεβαίνει από πάνω του ο ήλιος της «Έφε», κάνοντας όλη την κερκίδα να γίνει μπλε. Μόλις περνάει μπροστά στον ήλιο η σελήνη της «Βου Νέρε», η κερκίδα χάνει χρώμα, αλλά καθότι ένας μικρός δορυφόρος δεν μπορεί παρά να προκαλέσει ολιγόλεπτη έκλειψη στον ήλιο, περνάει όπως ήρθε και η κερκίδα ξαναγίνεται μπλε.

Τέλος, στο τρίτο, οι περισσότεροι οπαδοί σχηματίζουν ένα μαύρο φόντο με ένα αστέρι στο κέντρο, αφήνοντας ορισμένους μόνο να σχηματίσουν το σχήμα “V”… με ροζ εσώρουχα που έχουν φορέσει για την περίσταση και έχουν γυρίσει και σκύψει για να φαίνονται. Απαραίτητη λεπτομέρεια; Ένα πανό που γράφει “Saluti e baci…atecelo!!!”9)Διπλό υπονοούμενο που σημαίνει «γεια σας και φιλάκια» (“saluti e baci”) και «γεια σας και φιλήστε τον» (“saluti e baciatecelo”). Πηγή: https://bolognabasket.org/derby-il-ricordo-della-fossa/.

Η “Fossa” ιδρύθηκε από 15-20 μαθητές το 1970, παρότι η ιδέα υπήρχε από το 1966 και οι οπαδοί πήραν ως όνομα και έμβλημα τα αντίστοιχα των οπαδών της ποδοσφαιρικής AC Milan, ώστε να δημιουργούν ταυτόχρονα εξοικείωση και δέος σε νεότερους οπαδούς. Φυσικά, ιδρύθηκαν σε μια εποχή που δεν υπήρχαν αριθμημένες θέσεις στο γήπεδο, οπότε, όταν ο Porelli, ως πρόεδρος της Βίρτους αποφάσισε να αριθμήσει τις θέσεις στο”PalaDozza”, οι “Fossa” ξεκίνησαν να οργανώνονται μόνιμα στα δεξιά του πετάλου.

Παρά τις μόνο σποραδικές επιτυχίες της ομάδας, οι τάξεις τους κράτησαν μεγάλη συνοχή όλες τις δεκαετίες της ύπαρξης τους, διατηρώντας πάντα και στενές σχέσεις με τους παίκτες και τα ζητήματα της ομάδας. Ο Σλοβένος Teoman Alibegović που έπαιξε στην Fortitudo τη σεζόν 1992-93, θυμάται πως μετά από μια ταπεινωτική ήττα, οπαδοί της “Fossa” μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι του, όμως, αντί να αντιμετωπίσει προβλήματα όπως φοβόταν, του δώρισαν το πανό τους για να του ευχηθούν για την γέννηση του πρώτου γιου του Mirza10)Σε μια ειρωνεία της τύχης, ο Amar, ο δεύτερος γιος από τρεις του Alibegović, φέτος παίζει στην… Virtus!. Και φυσικά, δεν μπορεί κανείς να μην παραδέχεται ότι είναι ένα κλαμπ, που διατηρήθηκε για τρία χρόνια όσο η ομάδα δεν υπήρχε καν (!) και για επιπλέον πέντε, μέχρι να ανέβει ξανά στην Serie A! Αξίζει να δείτε το δίωρο τρομερά συγκινητικό βίντεο πίστης που έφτιαξαν οι ίδιοι με τίτλο «Σε κάθε τόπο με κάθε τρόπο»:

Ως προς την κοινωνικοπολιτική ταξινόμηση, η Fossa dei Leoni δεν προσδιορίζεται κάπως, ενώ οι ίδιοι υπερασπίζονται πολύ ρητά την “apolitica” (όπως την αναφέρουν) ταυτότητα τους, λέγοντας πως προσπαθούν να αφήνουν την πολιτική έξω από το γήπεδο. Ωστόσο, πολύ συχνά καταλήγουν να τοποθετούνται στο χώρο της αριστεράς για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ως ένας από τους αρχαιότερους και μαζικότερους συνδέσμους οπαδών στην Ιταλία11)Δείτε ένα βίντεο για τα 50 χρόνια “Fossa” εδώ που έχει ιδρυθεί σε μια από τις περιοχές θεωρούμενες και ως «προπύργια της Αριστεράς», την Bologna και την ευρύτερη Emilia Romagna, ταυτίζεται με την «ψυχή» της. Ο δεύτερος είναι ότι τα ιδρυτικά μέλη και για πολλές δεκαετίες η στελέχωση των “Fossa dei Leoni” γινόταν από νέα παιδιά από τα λαϊκά στρώματα της Μπολόνια, με δίψα να επιβληθούν στους συνήθως «ψυχρούς» «βιρτουσίνι» στη «μάχη της εξέδρας» – με αυτά τα χαρακτηριστικά εναρμονίστηκε πολύ γρήγορα η διοίκηση της Fortitudo, διαθέτοντας παραδοσιακά τα εισιτήρια της σε χαμηλές τιμές και ενθαρρύνοντας τη μαζική πρόσβαση στο γήπεδο. Και ο τρίτος είναι, όπως σε πολλές περιπτώσεις, ότι οι άνθρωποι καθορίζονται από αυτό που δεν είναι. Ή ορθότερα, αυτό που είναι απέναντι.

Η Virtus θεωρείται η ομάδα που γεννήθηκε μέσα από την αστική τάξη της Μπολόνια και υποστηρίζεται από τα οικονομικά πιο εύρωστα στρώματα, που έλκονται απλώς από την «ομάδα με τις περισσότερες επιτυχίες». Δεν είναι τυχαίο ότι η Virtus έχει παραδοσιακά ίσως τα ακριβότερα εισιτήρια στην Ιταλία – όχι μόνο λόγω των πολλών και μόνιμων ανανεώσεων στα εισιτήρια διαρκείας, αλλά λόγω της τιμολογιακής πολιτικής, ιδιαίτερα από την δεκαετία του ’80 και την προεδρεία Porelli (κάτι που, εκτός των άλλων, εξασφάλισε μόνιμη ροή πόρων για τις ακριβές μεταγραφές της Virtus). Η Virtus έχει και αυτή με τη σειρά της κλαμπ φανατικών, το “Forever Boys”, που ιδρύθηκε το 1979, αν και σε καμία περίπτωση δεν αντιστοιχεί σε φήμη, αίγλη, δυναμισμό ή μαζικότητα στο “Fossa dei Leoni”.

Από την άλλη, η “Fossa” δεν προσδιορίζεται ως «αριστερή» μόνο από παραδοσιακά δεξιά φαν κλαμπ άλλων ομάδων ειδικά του ιταλικού Βορρά (βλ. Varese), αλλά και από οπαδούς της Fortitudo. Από το 1989, η ομάδα έχει και δεύτερο, ακροδεξιό φαν κλαμπ, τους “Since 1989” ή παλιότερα, “Unici”. Γνωστή για τις δεξιές-ακροδεξιές της θέσεις, συχνά μπαίνει στη διαδικασία αδελφοποίησης (βλ. Ascoli, Piacenza) ή εχθρότητας και με ποδοσφαιρικούς συνδέσμους.

Εκείνη η στιγμή σε εκείνο το μέρος

Το αποκορύφωμα της έχθρας στην Μπολόνια είναι χωρίς αμφιβολία η σεζόν 1997-1998. Από τη μία, η Virtus είχε δει τον Predrag Danilović να επιστρέφει από τις ΗΠΑ και τον Ettore Messina στον πάγκο της. Από την άλλη, στα δύο χρόνια που ο Σέρβος έλειπε, η Fortitudo, όχι μόνο έγινε πόλος έλξης αστέρων, αλλά επικρατούσε συστηματικά της Virtus. Η Fortitudo παρέμενε χωρίς τίτλο, αλλά ήταν σαφές ότι εκείνη τη χρονιά παίζονταν τα σκήπτρα της πόλης, ανάμεσα σε δύο σπουδαία ρόστερ (Danilović, Rigaudeau, Savić, Nesterović, Sconochini εναντίον Myers, Wilkins, Rivers, Fučka, Chiacig). Και η αλήθεια είναι ότι σε μια ιστορική χρονιά για την Virtus του Messina, η Fortitudo της έδωσε ότι είχε και δεν είχε για να της την χαλάσει.

Σε πρώτη φάση, το πέτυχε και μάλιστα στον πρώτο τίτλο που κρίθηκε: πήρε το Κύπελλο, το πρώτο και μοναδικό της, σπάζοντας την πιθανότητα «τρεμπλ» για μια ομάδα που ήταν εκείνη τη χρονιά η καλύτερη της Ευρώπης. Η τότε Teamsystem απέκλεισε την τότε Kinder στον ημιτελικό του Κυπέλλου και κατέκτησε το τρόπαιο απέναντι στην Benetton Treviso στις 31/1-1/2/1998, με MVP του Final Four που μάλιστα διεξήχθη στην Bologna τον Carlton Myers. Η Virtus, ωστόσο, δύο μήνες μετά, πέτυχε την Fortitudo στα προημιτελικά της Ευρωλίγκας. Στη σειρά, η Virtus θα στερείτο των υπηρεσιών του Rigaudeau, ενώ η Fortitudo δεν θα είχε τον Dominique Wilkins στον πρώτο αγώνα.

Σε ένα κακό πρώτο ματς, γεμάτο νεύρα, η ομάδα του Messina προηγήθηκε 62-49 κάτι παραπάνω από δύο λεπτά πριν το τέλος. Και κάπου εκεί, σε μια διεκδίκηση του ριμπάουντ μετά από ένα άστοχο τρίποντο του Rivers, οι Fučka – Savić έμπλεξαν χέρια και ξεκίνησε μια ωραία κλωτσοπατινάδα: ο Fučka πέταξε τη μπάλα στον Savić, ο Abbio όρμησε πάνω στον Fučka και τον έσπρωξε και πάνω στη συμπλοκή, ο Myers βρήκε ευκαιρία να αρχίσει να ρίχνει μπουνιές σε όποιον έβρισκε.

Ο Brazauskas και ο Κουκουλεκίδης απέβαλαν τους Abbio, Savić και Morandotti από την Kinder και Myers, Fučka, Moretti, Galanda, O’ Sullivan και Vidili από την Teamsystem. Στον εναπομείναντα χρόνο του “neuroderby” ή “eurorissa”12)Δηλαδή «νευρο-ντέρμπι» και «ευρω-καυγάς», εξίσου έξυπνα και τα δύο ως λογοπαίγνια, όπως έμεινε στην Ιστορία, το σκορ έκλεισε στο 64-52, με την Teamsystem να καταλήγει να τελειώνει το ματς με… τετράδα (Rivers, Attruia, Chiachig, Gay). Στο επόμενο ματς, οι μεν θα έπαιζαν χωρίς τους Abbio, Savić και Rigaudeau, ενώ οι δε θα στερούνταν τους Myers, Fučka, αλλά θα έβλεπαν τον Wilkins να επιστρέφει. Και πάλι, όμως, παρά το καλό παιχνίδι του “Nique” και το προβάδισμα στο α’ ημίχρονο, η Kinder κατάφερε, με ηγέτες τους Sconochini και Crippa, να κερδίσει στο τέλος και να πάρει την πρόκριση και εν τέλει, το τρόπαιο.

Όλα κατέληγαν στον τελικό του πρωταθλήματος για τις ίσως δύο καλύτερες ομάδες της Ευρώπης εκείνη τη χρονιά – για πρώτη φορά, το ιταλικό πρωτάθλημα θα κρινόταν από εμφύλιο δύο συμπολιτισσών ομάδων. Στα τέσσερα πρώτα ματς, η θεωρητική έδρα έσπασε σε όλα, σε οριακές μονομαχίες μέχρι τελικής πτώσης13)Μέση διαφορά στα τέσσερα πρώτα ματς: τρεις πόντοι… μέχρι να φτάσουμε στον πέμπτο τελικό και σε ένα από τα πιο περιβόητα «φίνις» εθνικών πρωταθλημάτων στην Ιστορία.

27” πριν το τέλος, η Kinder έχει αστοχήσει σε τρίτο τρίποντο σε μία επίθεση, όντας πίσω 68-71 και ο Fučka παίρνει το ριμπάουντ. Ο Danilović του ρίχνει μια σφαλιάρα στο σβέρκο πάνω στη διεκδίκηση ( ; ). Φάουλ, δύο βολές. Μέσα η πρώτη, η διαφορά στους τέσσερις. Αν μπει και η δεύτερη, δεν υπάρχει κανένα μπασκετικό τρικ που να υπαγορεύει κάτω από δύο επιθέσεις. Έξω η δεύτερη. Και πάλι – πρέπει να γίνουν απίστευτα πράγματα. Τέσσερις πόντους πίσω και ο Abbio κατεβάζει γρήγορα την μπάλα με αντίπαλο τον Dominique. Ο Danilović που έχει κολλημένο πάνω του το «ζιζάνιο» τον Attruia να του βγάζει τα συκώτια, τρέχει προς τη μπάλα. Το πρώτο σκριν το στήνει ο Binelli, ο Attruia ξεγλιστράει τελευταία στιγμή, αλλά έχει χάσει χρόνο και ο Danilović έχει πάρει τη μπάλα από τον Abbio. Ο τελευταίος στήνει ξανά σκριν και αυτή τη φορά, ο Attruia εξαφανίζεται, αφήνοντας τον θρύλο του ΝΒΑ πάνω στον Σέρβο.

Ο Danilović εκείνη τη στιγμή καθοδηγείται μόνο από τυφλό ένστικτο. Καταλαβαίνει τα αργά πόδια του “Human Highlight Film” και σκέφτεται να δοκιμάσει κάτι: θα πάει να πάρει το φάουλ και μόλις εξασφαλίσει την επαφή, θα σηκωθεί όπως κι αν είναι να σουτάρει για να πάρει τρεις βολές. Ο Dominique τον σπρώχνει λίγο, ο Saša ξυπνάει το θηρίο μέσα του, πατάει δυνατά, παίρνει λίγο ακόμα επαφή πάνω στο σουτ, σπάει τη μέση και τινάζει το πόδι για να μην πέσει κάτω από τη φόρα. Η μπάλα συνδέεται απευθείας στο καλάθι, επτάμησι μέτρα μακριά.

Μπουμ!

Ο Wilkins στην τεράστια καριέρα του έχει αδικηθεί σε διαγωνισμό καρφωμάτων για τα μάτια του Jordan, έχει δώσει μάταια τα πάντα απέναντι στον Bird στη μονομαχία στη Βοστώνη το 1987, έχει μείνει έξω από τους 50 καλύτερους όλων των εποχών το 1997 (παρότι τότε έβδομος σκόρερ όλων των εποχών). Σε εκείνο όμως το παιχνίδι, δεν είχε σημασία αν έχασε από καλύτερο αντίπαλο14)Παρεμπιπτόντως, οι μοναδικοί πόντοι του Wilkins στην κανονική διάρκεια του αγώνα ήταν δύο βολές ακριβώς πριν τις βολές του Fučka, σε ένα από τα πιο άθλια «μεγάλα παιχνίδια» που έπαιξε ποτέ και αποκορύφωμα μιας πολύ κακής σειράς συνολικά με 9,2 πόντους μ.ο. – το τετράποντο του «Τσάρου» που έστειλε το ματς στην παράταση και στην τελική επικράτηση της Κίντερ ήταν σκέτη «αλητεία». Ο Saša Danilović, ίσως ο μεγαλύτερος «αλήτης», εντός και εκτός εισαγωγικών, με την καλή και την κακή έννοια, που έχει εμφανιστεί στα ευρωπαϊκά γήπεδα, πήρε με το έτσι θέλω τη φυσική ροή του χωροχρόνου, τη λύγισε και την έσυρε προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε. Και δεν υπήρχε καλύτερη στιγμή από το 1998 στη Bologna για να γίνει κάποιος οπαδός του μπάσκετ μάρτυρας ενός τέτοιου γεγονότος.

Αντί επιλόγου, παραθέτουμε τα λόγια των «άσπονδων αντιπάλων» Predrag Danilović και Carlton Myers για τα ντέρμπι της «Μπάσκετ Σίτι» που πρωταγωνίστησαν.

P.D.: «Όταν έφτασα στην Bologna, ήμουν προετοιμασμένος για την ατμόσφαιρα ενός ντέρμπι στην ίδια πόλη και την αντιπαλότητα, διότι τα είχα ζήσει στο Βελιγράδι ανάμεσα στην Partizan και τον Ερυθρό Αστέρα, όμως δεν μπορούσα να φανταστώ ότι το βίωνε και συμμετείχε ολόκληρη η πόλη. Σεαυτό, η Bologna υπερείχετουΒελιγραδίου. Αμέσωςκατάλαβαότιήτανιδιαίτεροματς, διαφορετικόαπόταάλλακαιστοοποίοπολλοίοπαδοίεναπόθεταντιςπροσδοκίεςολόκληρηςσεζόν.

Στην αρχή, μου άρεσε αυτή η ατμόσφαιρα, με διέγειρε. Αλλά στην μεγάλη εικόνα, έγινε αγχωτική, μιλούσαμε και γράφονταν τόσα πολλά για το ντέρμπι, ορισμένες φορές αναντίστοιχα. Λυπάμαι, αλλά πρέπει να το πω: φταίει και ο Τύπος. Όλα ήταν μεγενθυμένα…»

C.M.: «Ως λάτρης της Ιστορίας, ιδιαίτερα της αρχαίας, όταν σκέφτομαι εκείνες τις μέρες, μια εικόνα της Βίρτους σαν τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μου έρχεται στο νου: ένας σύλλογος δομημένος, οργανωμένος και πειθαρχημένος να νικήσει τον πόλεμο. Η Fortitudo ήταν η Καρχηδόνα, ένα οχυρό, στελεχωμένο από περήφανους και γενναίους άνδρες. Ήμουν ο Αννίβας, ένας αρχηγός εξεγερμένων ενώ ο Danilović ήταν ο Καίσαρας, ένας σπουδαίος αυτοκράτορας. Προφανώς, μιλάω μεταφορικά, όχι με ιστορική ακρίβεια, διότι ο Καίσαρας γεννήθηκε 150 χρόνια μετά τον Αννίβα. Η Fortitudo και εγώ κερδίσαμε πολλές μάχες, αλλά όχι τον πόλεμο.

[…] Το ντέρμπι; Κάθε παίκτης το ζει με τον δικό του τρόπο, η αίσθηση του να ανήκεις σε μια φανέλα δεν είναι ίδια για όλους. Αλλά είναι αναμφίβολο ότι η επίδραση είναι άμεσα αντίστοιχη με τις ευθύνες, τη φήμη και την εμπλοκή των πρωταγωνιστών στο παρκέ. Μιλάω για τον εαυτό μου αλλά νομίζω είναι το ίδιο για τον Σάσα: στο επίπεδο μας, δεν θα μπορούσε να είναι ένα ματς σαν όλα τα άλλα. Με όλα τα μάτια των οπαδών πάνω του και τις προσδοκίες των ομάδων μας. Το να ζεις το ντέρμπι ήταν επίσης αγχωτικό, ανάμικτα συναισθήματα και σκέψεις, δύσκολο να τα περιγράψεις και να τα εξηγήσεις. Το συμπέρασμα, ωστόσο, είναι εύκολο να το καταλάβεις: κανείς δεν μπορούσε να το χάσει. Ακόμα περισσότερο εγώ…»

The following two tabs change content below.

Aris Tolios

Αναγνώστης του The Ball Hog, βρέθηκε σε αυτό επειδή είχε μπάρμπα στην Κορώνη, για να προσθέσει το τελευταίο λιθαράκι γραφικότητας. Έχει αγαπήσει με τη σειρά τους Suns, τους Sonics, τους Knicks, τους Clippers, τους Mavericks, τους Warriors και τους Hornets, αλλά πιο πολύ θα παραμένει ταγμένος στη Δύση (και ειδικά στην Pacific). Φτερνίζεται λέξεις σε χιλιάδες και νιώθει περήφανος που σε κάθε κείμενο, η πλατφόρμα του επισημαίνει πως οι προτάσεις του παραείναι μεγάλες. Έχει σταματήσει να ανησυχεί και έχει μάθει να αγαπά τον αναπόφευκτο υποκειμενισμό και ζει για να περνάει καλά, διαβάζοντας μεγάλα κείμενα. Γράφει για τον εαυτό του στο τρίτο ενικό.

References
1 Ή Knorr, Buckler, Kinder, Candy, Sinudyne, Granarolo, VidiVici, Segafredo και τόσα ακόμα
2 Ή Teamsystem, Paf, Filodoro, Cassera, Mangiaebevi, Climamio, Skipper, UPIM, Lavoropiù και τόσα ακόμα.
3 δηλαδή το «μαύρο V». Δηλαδή, Virtus
4 δηλαδή το λατινικό γράμμα “F”. Δηλαδή, Fortitudo
5 Ο Gianluigi Porelli, κορυφαίος παράγοντας της Virtus για πάνω από δυο δεκαετίες, είχε απαντήσει τότε σε ερώτηση του Gianfranco Civolani αν το να υποστηρίζεις τη Virtus στην Bologna είναι της μόδας με το υπέροχο «να υποστηρίζεις τη Βασίλισσα στην Αγγλία είναι της μόδας;»
6 Το δεύτερο το 2001, το τελευταίο της για τα επόμενα 20 χρόνια, μέχρι πέρυσι
7 Σημείωση: το κείμενο δημοσιεύτηκε το Μάιο του 2021. Τέσσερις εβδομάδες μετά, η Virtus ισοπέδωσε την Armani στους τελικούς της Serie A με 4-0 #that_aged_well
8 Στα ιταλικά, “Troia” ονομάζεται η Τροία (χρήσιμο για την παράγραφο που διαβάζετε), αλλά και αυτό που συχνά οι οπαδοί αποκαλούν την ομάδα που μισούν… ή τις μητέρες των οπαδών της
9 Διπλό υπονοούμενο που σημαίνει «γεια σας και φιλάκια» (“saluti e baci”) και «γεια σας και φιλήστε τον» (“saluti e baciatecelo”). Πηγή: https://bolognabasket.org/derby-il-ricordo-della-fossa/
10 Σε μια ειρωνεία της τύχης, ο Amar, ο δεύτερος γιος από τρεις του Alibegović, φέτος παίζει στην… Virtus!
11 Δείτε ένα βίντεο για τα 50 χρόνια “Fossa” εδώ
12 Δηλαδή «νευρο-ντέρμπι» και «ευρω-καυγάς», εξίσου έξυπνα και τα δύο ως λογοπαίγνια
13 Μέση διαφορά στα τέσσερα πρώτα ματς: τρεις πόντοι…
14 Παρεμπιπτόντως, οι μοναδικοί πόντοι του Wilkins στην κανονική διάρκεια του αγώνα ήταν δύο βολές ακριβώς πριν τις βολές του Fučka, σε ένα από τα πιο άθλια «μεγάλα παιχνίδια» που έπαιξε ποτέ και αποκορύφωμα μιας πολύ κακής σειράς συνολικά με 9,2 πόντους μ.ο.